Προειδοποίηση για πολιτική συναίνεση στους βασικούς άξονες δημοσιονομικής πολιτικής και αποφυγή παροχών απευθύνει στην κατακλείδα της έκθεσής του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, ενώ παράλληλα αναθεωρεί επί τα χείρω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη και σε τρομακτικά επίπεδα για τον προϋπολογισμό.
- Ο πόλεμος υπονομεύει την ανάπτυξη
- Ο πληηωρισμός μπορεί να ξεπεράσει το 11%
- Εξαϋλώθηκαν 30 δισ. λόγω Covid
- Το πολιτικό κλίμα δεν ευνοεί τη δημοσιονομική ωριμότητα
- Συστάσεις για τη χάραξη δημοσιονομικής πολιτικής
Ισχυρούς αντίρροπους ανέμους αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, καθώς σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, καθώς προβλέπει επιδείνωση των προοπτικών για την ανάπτυξη λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και έκρηξη του πληθωρισμού ακόμα και πάνω από το 11%(!). Παράλληλα, στις προβλέψεις του ΓΠτΚΒ επισημαίνεται η ανάγκη ελάχιστης πολιτικής συναίνεσης για την αποφυγή εκτράχυνσης του δημοσίου χρέους, καθώς υποστηρίζει ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε νέες δημοσιονομικές περιπέτειες.
Στην πραγματικότητα το Γραφείο Προϋπολογισμού ξεκαθαρίζει ότι τόσο ο πληθωρισμός όσο και η αναπτυξη έχουν διαφύγει κάθε έλεγχο, καθ΄ς εξαρτώνται από εξωγενείς παράγοντες στους οποίους η δυνατότητες παρέμβασης της χώρας είναι ανύπαρκτη.
Σύμφωνα με την έκθεση, η ανάπτυξη του 2021 ήταν καλύτερη από τις προβλέψεις και επανέφερε το ΑΕΠ σχεδόν στα προ-κρίσης επίπεδα, με μικρή απόκλιση, ενώ η διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής θεωρείται δεδομένη, η έντασή της επηρεάζειται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη διάρκειά του. Ο πλθωρισμός, συναρτάται άμεσα με τις διεθνείς τιμές ενέργειας και αναμένεται να υπερβεί το 11%.
Αυστηρές συστάσεις
Στην έκθεσή επισημαίνεται το πρόβλημα της πολιτικής πόλωσης και ο πιθανός αντίκτυπός του στα δημοσιονομικά μεγέθη, συστήνεται η επίτευξη ελάχιστης πολιτικής συναίνεσης. Επίσης, οι συντάκτες συνιστούν την αποφυγή οριζόντιων παρεμβάσεων, εκτός από τις τιμές της ενέργειας και την αποφυγή δημοσιονομικής χαλάρωσης.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού απευθύνει ξεκάθαρες συστάσεις πολιτικής ωριμάτητας και δημοσιονομικής αυτοσυγκράτησης.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι:
Με βάση τα παραπάνω θεωρούμε ότι η επαναφορά της δημοσιονομικής ισορροπίας αποτελεί μείζονα προτεραιότητα. Συνεπώς, όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, οι όποιες επεκτατικές παρεμβάσεις πρέπει να είναι προσωρινές και να περιοριστούν αποκλειστικά στην απορρόφηση του αυξημένου ενεργειακού κόστους με στόχευση στις ευάλωτες ομάδες. Αντίθετα, θα πρέπει να αποφευχθούν οριζόντιες παρεμβάσεις καθώς και μόνιμα μέτρα δημοσιονομικής χαλάρωσης που δεν σχετίζονται με το ενεργειακό κόστος. Κατανοούμε ότι η έντονη πολιτική πόλωση που επικρατεί δεν ενθαρρύνει τη δημοσιονομική υπευθυνότητα. Όμως η παράδοση της δημοσιονομικής πλειοδοσίας δεν καθιστά λιγότερο επιτακτική την ανάγκη προετοιμασίας απέναντι σε προκλήσεις με άγνωστη διάρκεια και έκβαση.
Συναίνεση
Η αναφορά στην πολιτική συναίνεση:
Η δημοσιονομική ασφάλεια της χώρας απαιτεί μια ελάχιστη πολιτική συναίνεση πάνω στους κύριους άξονες στρατηγικής που θα ενισχύσει το κλίμα οικονομικής εμπιστοσύνης, θα βελτιώσει το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών, και κατ’ επέκταση θα καταστήσει περισσότερο διαχειρίσιμες τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Διαφορετικά, αν η χώρα μας οδηγηθεί σε νέα αύξηση του δημόσιου χρέους, κινδυνεύει να αντιμετωπίσει δυσάρεστες δημοσιονομικές καταστάσεις.
Οι προβλέψεις
Ειδικότερα, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή προβλέπει έκρηξη του μέσου πληθωρισμού ακόμα και στο 11,01% στο δυσμενές σενάριο και 7,43% στο βασικό. Πριν από την αναθεώρηση το βασικό σενάριο περιείχε πρόβλεψη για ΔΤΚ στο 6,99%.
Οι προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού για την οικονομική μεγέθυνση του 2022 ήταν στο 3,58% πριν την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και περιορίζονται στο 2,75% στο ήπιο σενάριο και 2,21% στο δυσμενές σενάριο, ανάλογα με την έκταση των διαταραχών στις διεθνείς τιμές ενέργειας και τροφίμων καθώς και την επιδείνωση του κλίματος εμπιστοσύνης και την αναταραχή των χρηματοπιστωτικών αγορών. Ωστόσο, η τελική επίπτωση θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια του πολέμου, την έκβασή του και την αντίδραση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, επισημαίνεται.
Δημοσιονομικές επιπτώσεις λόγω πολέμου
Οι επιπτώσεις του πολέμου αναμένεται να οδηγήσουν σε έντονες δημοσιονομικές πιέσεις τόσο από την πλευρά των εσόδων (λόγω οικονομικής επιβράδυνσης) όσο και από την πλευρά των δαπανών (πίεση για κάλυψη ενεργειακού κόστους). Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ακόμα και αν αποφασιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο μια παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και για το 2023 ή ενδεχόμενη εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, οι δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας μας είναι περιορισμένες.
Οι πρωτοφανείς επεκτατικές πολιτικές που ασκήθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας έχουν προκαλέσει μια σωρευτική δημοσιονομική επιδείνωση της τάξης των 30 δισ. ευρώ. Ο συνδυασμός μειωμένων φορολογικών εσόδων και αυξημένων δαπανών, παρότι αναγκαίος στις έκτακτες συνθήκες, δεν είναι βιώσιμος μεσοπρόθεσμα. Το ύψος του πρωτογενούς ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης και του δημόσιου χρέους σε συνδυασμό με την απουσία επενδυτικής βαθμίδας καθιστούν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ιδιαίτερα ευάλωτα σε ενδεχόμενες διαταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές, παρά τη στήριξη από την ΕΚΤ.
Με βάση τα παραπάνω, το ΓΛΚ επισημαίνει ότι η επαναφορά της δημοσιονομικής ισορροπίας αποτελεί μείζονα προτεραιότητα. Συνεπώς, όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, οι όποιες επεκτατικές παρεμβάσεις πρέπει να είναι προσωρινές και να περιοριστούν αποκλειστικά στην απορρόφηση του αυξημένου ενεργειακού κόστους, με στόχευση στις ευάλωτες ομάδες. Αντίθετα, θα πρέπει να αποφευχθούν οριζόντιες παρεμβάσεις καθώς και μόνιμα μέτρα δημοσιονομικής χαλάρωσης που δεν σχετίζονται με το ενεργειακό κόστος.