Το θέμα της άρσης των πατεντών για τα εμβόλια κατά του κορονοϊού επανέρχεται μετ επιτάσεως στο προσκήνιο, καθώς ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν αποφάσισε να τοποθετηθεί στο θέμα και μάλιστα απέναντι από τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρίες. Την ίδια στιγμή η Ευρώπη μοιάζει σαστισμένη και η Γερμανία αναλαμβάνει τον ρόλο του κακού.
Ο αποχώρηση του Ντόναλντ Τραμπ από τον Λευκό έμοιαζε αρχικά να αποτελεί ευκαιρία επαναπροσέγγισης των ΗΠΑ με την ΕΕ. Αυτό όμως δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται. Ο Τζο Μπάιντεν όμως επέλεξε στρατηγικά όχι μόνο να διαφοροποιηθεί από την Ευρώπη, αλλά να τη χτυπήσει εκεί που πονάει. Το Politico, μάλιστα αντιλαμβάνεται την κίνηση Μπάιντεν ως απαξίωση της ΕΕ από το ηθικό πλεονέκτημα που έχει συνηθίσει πλέον, να πολαμβάνει.
Ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε υπέρμαχος της πρότασης του Παγκόσμιου Οργανισμού Φαρμάκων για άρση των πατεντών στα εμβόλια κατά του Covid-19. Η δημόσια τοποθέτηση του Αμερικανού προέδρου εκθέτει την Ευρώπη, καθώς έρχεται πριν από τη Σύνοδο για την Ινδία και ενώ το Νέο Δελχί ζητά την προσωρινή άρση των πατεντών για να μπορέσει να ανακόψει τον κορονοϊό που επελαύνει.
Οι χειρισμοί και η εμπλοκή στο κορυφαίο πολιτικό επίπεδο καταδεικνύουν ότι πρόκειται για ένα εξόχως γεωοικονομικό ζήτημα. Το Crisis Monitor είχε εγκαίρως επισημάνει τους κινδύνους από τον ανταγωνισμό για τα εμβόλια.
Η Ευρώπη αποδεικνύεται ανέτοιμη για μια τέτοια κίνηση. Υπέρ της άρσης των πατεντών τοποθετείται η Κομισιόν, ενώ κατά η Γερμανία, δημιουργώντας αδιέξοδο πριν καν αρχίσει η συζήτηση. Η Γερμανία υποστηρίζει ότι περιοριστικός παράγοντας για την παραγωγή των εμβολίων δεν είναι οι πατέντες αλλά η δυναμικότητα των εργοστασίων και τα υψηλά standards.
Το πεδίο της σύγκρουσης
Η απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ να ταχθεί υπέρ της πρότασης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για κατάργηση της πνευματικής ιδιοκτησίας στα εμβόλια κατά της Covid-19, έχει συγκεντρώσει τα εύσημα ορισμένων χωρών και οργανισμών, την ώρα που ο αντίλογος επισημαίνει τον αντίκτυπο στην καινοτομία. Η Γαλλία, από την άλλη πλευρά, υποστηρίζει ότι η πρόταση Μπάιντεν δεν θέτει τον δάκτυλο επί των τύπων των ήλων. Επίσης, το Παρίσι εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την προσπάθεια των ΗΠΑ να “κλέψουν” το ηθικό πλεονέκτημα. Ανταπαντώντας μάλιστα η Γαλλία επισημαίνει ότι έχει χορηγήσει 100,000 δόσεις στην πρωτοβουλία COVAX, για τον εμβολιασμό των φτωχών χωρών, σε αντιδιαστολή με τις ΗΠΑ που δεν έχουν πράξει τα δέοντα.
Τέλος, η Κομισιόν έστειλε μήνυμα στην Ουάσιγκτον ότι είναι ανοιχτή σε διαβουλεύσεις.
Το μήνυμα της Κομισιόν πιστοποιεί ακριβώς την απόσταση που χωρίζει ΗΠΑ και ΕΕ και ότι αυτή δεν έχει μειωθεί παρά την αποχώρηση του Ντόναλντ Τραμπ και την εκλογή του Τζο Μπάιντεν. Η κατάσταση παραμένει τεταμένη.
Αν μάλιστα υπολογιστεί και η στάση του Βλάντιμιρ Πούτιν υπέρ της προσωρινής άρσης της άρσης των πατεντών, τότε η Ευρώπη μοιάζει απομονωμένη.
Οι ηγέτες από τις ΗΠΑ, την Ρωσία, την Κίνα και την Ινδία έχουν ευθαρσώς τοποθετηθεί υπέρ της άρσης των πατεντών. Η ΕΕ δεν διαθέτει ακόμη συλλογική θέση, αλλά ο βασικός εκφραστής της, η Γερμανία είναι αρνητική.
Auditor’s note
Για τη διεθνή κοινή γνώμη, η Γερμανία και κατ επέκταση η ΕΕ προστατεύουν τα δικαιώματα των φαρμακευτικών εις βάρος της δημόσιας υγείας. Σε πολιτικό επίπεδο άπαντες πιέζουν την Ευρώπη και όχι μόνο για τις πατέντες και τα εμβόλια. Η Ευρώπη αναδεικνύεται σε ρυθμιστή της κατάστασης, με κόστος την απώλεια του ηθικού πλεονεκτήματος.
Δεν είναι εύκολο να προβλεφθεί η επόμενη φάση. Είναι όμως σαφές ότι οι εξελίξεις τώρα, δεν αφορούν τον στενά τον κορονοϊό, αλλά ευρύτερα τη νέα ισορροπία δυνάμεων, τον έλεγχο της πρωτοβουλίας και τον προσδιορισμό της επικοινωνιακής δυναμικής.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο Τζο Μπάιντεν διαφοροποιείται από τον Τραμπ, κερδίζοντας με μια κίνηση την επικοινωνιακή διάσταση της αντιπαράθεσης με την Ευρώπη, χωρίς να αντιπαρατίθεται με τη Ρωσία και την Κίνα και ενώ επιχειρεί άνοιγμα στην Ινδία.
Το ερώτημα που γεννάται είναι αν η Γερμανία μπορεί να επιβάλλει τη θέση της στην Ευρώπη χωρίς να πληγώσει την συνοχή.
Αρχικά έλεγαν όχι
Η Ινδία και η Νότια Αφρική υπέβαλαν αρχικά την πρόταση απελευθέρωσης των εμβολίων πριν από οκτώ μήνες στον ΠΟΕ. Ωστόσο, για μήνες το ζήτημα δεν συζητήθηκε ουσιαστικά. Αυτό αποδίδεται στην αντιδραστική θέση που υιοθέτησε η ΕΕ, την Ελβετία, τη Νορβηγία και την Ιαπωνία. Οι ισχυρότερες αντιδράσεις προήλθαν όμως από το λόμπι των φαρμακευτικών εταιριών.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν υπέστη έντονη πίεση, για να προωθήσει περισσότερα εμβόλια COVID-19 στον υπόλοιπο κόσμο. Η ιδέα περί άρσης υποστηρίχθηκε από την Ινδία και τη Νότια Αφρική τον Οκτώβριο και αυξάνεται διαρκώς.
Η ΕΕ, τώρα, σε μια προσπάθεια να εξοστρακίσει η συζήτηση ζητά από τις χώρες παραγωγής των εμβολίων να άρουν τους περιορισμούς. Η δήλωση στρέφεται στην ουσία κατά του Μπάιντεν ο οποίος ακολουθεί την πολιτική Τραμπ σε ότι αφορά τα εμβόλια.
Πώς λειτουργούν οι πατέντες φαρμάκων;
Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ανταμείβουν την καινοτομία εμποδίζοντας τους ανταγωνιστές απλά να αντιγράψουν την ανακάλυψη μιας εταιρείας και να παράγουν ένα ανταγωνιστικό προϊόν. Στις ΗΠΑ, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας για φάρμακα διαρκούν συνήθως 20 χρόνια από την κατάθεσή τους. Επειδή χρειάζεται συχνά μια δεκαετία για να εγκριθεί ένα φάρμακο, οι εταιρείες συνήθως καταλήγουν σε περίπου δώδεκα χρόνια πωλήσεων χωρίς ανταγωνισμό. Ωστόσο, οι φαρμακοποιοί βρίσκουν συνήθως τρόπους για να βελτιώσουν το προϊόν τους ή να διευρύνουν τη χρήση του, και εξασφαλίζουν πρόσθετα διπλώματα ευρεσιτεχνίας που μπορούν να επεκτείνουν το μονοπώλιο τους για μια ακόμη δεκαετία ή περισσότερο.
Τι θα συνέβαινε
Αυτό δεν είναι απολύτως σαφές, αλλά οι φαρμακοβιομηχανίες και ορισμένοι αναλυτές λένε ότι η παραίτηση από τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας δεν θα βοηθήσει και πολύ στην ταχύτερη παραγωγή και παράδοση εμβολίων στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αυτό γιατί η παραγωγή των εμβολίων είναι πολύ πιο περίπλοκη από ότι ακολουθώντας απλά μια συνταγή και απαιτεί εργοστάσια με εξειδικευμένο εξοπλισμό, ιδιαίτερα εκπαιδευμένους εργαζόμενους και αυστηρό ποιοτικό έλεγχο – πράγματα που δεν μπορούν να γίνουν πράξη γρήγορα.
Υπάρχει μικρή διαθέσιμη «εργοστασιακή ικανότητα», καθώς οι εταιρίες με εξουσιοδοτημένα εμβόλια έχουν ήδη προσλάβει πολλούς ειδικούς φαρμάκων. Επιπλέον, πολλές από τις πρώτες ύλες για την παρασκευή των εμβολίων, μαζί με τα φιαλίδια, τα πώματα και άλλα συστατικά, βρίσκονται σε πολύ μικρή ποσότητα και αυτό δεν αναμένεται να αλλάξει σύντομα.