Επίσημη πρόσκληση στην Τουρκία να προσέλθει σε διάλογο με την Ελλάδα απηύθυνε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, με διάγγελμα που μεταδόθηκε νωρίτερα μαγνητοσκοπημένο, αναλαμβάνοντας παράλληλα δέσμευση για προσφυγή στη Χάγη, για τα ζητήματα που άπτονται του καθορισμού θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε παράλληλα θέμα κυρώσεων στην Τουρκία, έδειξε να καλύπτεται από τη θέση και τις ενέργειες της ΕΕ, δεν αναφέρθηκε στον ρόλο άλλων συμμάχων (όπως οι ΗΠΑ) ή δυνάμεων (σσ Ρωσία), ενώ ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα εφόσον προκληθεί θα απαντήσει.
Το μήνυμα του Έλληνα πρωθυπουργού απευθύνεται ταυτόχρονα στο εσωτερικό ακροατήριο και το διεθνές, καθώς τόσο ο Ταγίπ Ερντογάν, όσο και οι άλλοι ηγέτες, ήθελαν τις δεσμεύσεις να τις αναλάβει δημόσια ο ίδιος ο πρωθυπουργός και δεν καλύπτονταν από τον Νίκο Δένδια.
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει η αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη στον κίνδυνο ατυχήματος, όπου λέει,
Ας το γνωρίζουν όλοι: Ο κίνδυνος ατυχήματος καραδοκεί, όταν συγκεντρώνονται τόσες στρατιωτικές δυνάμεις σε περιορισμένη έκταση. Και την ευθύνη σε μια τέτοια περίπτωση θα την έχει εκείνος που προκαλεί τις συνθήκες αυτές.
Με τον τρόπο αυτό ο Έλληνας πρωθυπουργός διατηρεί “το όπλο πάνω στο τραπέζι”.
Ο πρωθυπουργός άνοιξε το διάγγελμά του, τονίζοντας ότι η
“Η Ελλάδα είναι μία χώρα υπερήφανη και ισχυρή”
Η διατύπωση αυτή έχει διττή σημασία, καθώς προβάλει την εμπεδωμένη ισχύ στο εσωτερικό, ενώ με το “υπερήφανη” αναφέρεται στον Ταγίπ Ερντογάν, καλώντας τον να μην κάνει υποτιμητικές κινήσεις, ούτε να αναμένει συμπεριφορά υποτελούς.
Επίσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε την πάγια θέση ότι “η Ελλάδα δεν απειλεί αλλά και δεν εκβιάζεται”, τονίζοντας ότι η χώρα μας δεν υποκύπτει σε απειλές και εκβιασμούς, ούτε ανέχεται προκλητικές ενέργειες.
Το σκέλος αυτός έχει κυρίως αναφορά στο εσωτερικό ακροατήριο, αν και φαίνεται να απευθύνεται στην Τουρκία. Ωστόσο, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν αναφέρεται σε κόκκινες γραμμές, δεν αναφέρεται στις έρευνες και στο εν εξελίξει περιστατικό.
Σε τηλεοπτικό του διάγγελμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι η Αθήνα προσβλέπει να επικρατήσει, επιτέλους, η λογική στη γειτονική χώρα, για να να μπορέσει να ξεκινήσει ένας καλόπιστος διάλογος.
Η έκφραση αυτή είναι ιδιαίτερα επιθετική και στοχεύει στον ίδιο τον Ταγίπ Ερντογάν, ώστε να παρακολουθήσει τα όσα ακολουθούν, όπου τίθεται η βάση του διαλόγου.
Σε αυτό το σημείο ο πρωθυπουργός άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη λέγοντας ότι ο διάλογος θα πρέπει να βασίζεται
«στο Διεθνές Δίκαιο και στον αμοιβαίο σεβασμό για τη μία διαφορά που αποτελεί το αντικείμενο συζήτησης και ενδεχόμενης προσφυγής σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο: Την οριοθέτηση Θαλασσίων Ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο».
Σε αυτό το σημείο, όμως, μια σημαντική διαφοροποίηση, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανοίγει προς διαπραγμάτευση και την ανατολική Μεσόγειο, ήτοι τον χώρο της Κρήτης, ενώ τώρα, επισήμως, η Ελλάδα συζητούσε την υφαλοκρηπίδα περιμετρικά των τουρκικών ακτών.
Υπ αυτό το πρίσμα, οι αναφορές στις συμφωνίες με την Αίγυπτο και την Ιταλία που υπογράφηκαν στο Κάιρο και τη Ρώμη αντίστοιχα, με σημαντικές “εκπτώσεις” επί των κυριαρχικών δικαιωμάτων, αποτελεί τον “πιλότο” για τη συμφωνία που επιδιώκει η Αθήνα με την Άγκυρα.
Αναφερόμενος στις πρόσφατες συμφωνίας με Ρώμη και Καϊρό ο πρωθυπουργός ανέφερε πως
«με αυτή την πολιτική αρχών διαπραγματευτήκαμε και υπογράψαμε τις συμφωνίες οριοθέτησης των Θαλασσίων Ζωνών μας με την Ιταλία και, πρόσφατα, με την Αίγυπτο. Συμφωνίες απολύτως συμβατές με το Δίκαιο της Θάλασσας. Συμφωνίες που αποδεικνύουν ότι όταν υπάρχει καλή διάθεση και κλίμα εμπιστοσύνης μπορούν τελικά να επιλυθούν πολυετείς διαφορές. Που διασφαλίζουν την πρόοδο και την ευημερία των λαών, πάντα στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου».
Συμπληρώνοντας μάλιστα επισημαίνει “χωρίς εκπτώσεις”, τη στιγμή που και στις δύο συμφωνίες η Ελλάδα δεν έλαβε 100% επήρεια και στην περίπτωση της Αιγύπτου υπέπεσε και της μέσης γραμμής.
»Στο ίδιο πλαίσιο νομιμότητας, με αυτοπεποίθηση και χωρίς εκπτώσεις, είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε με όλους τους γείτονές μας. Δεν φοβόμαστε τον διάλογο, ακόμη και τον πιο δύσκολο, γιατί έχουμε πίστη στο δίκαιο των θέσεών μας. Όμως διάλογος με προκλήσεις και σε κλίμα έντασης είναι, προφανώς, άνευ αντικειμένου».
Ο κ. Μητσοτάκης κατήγγειλε την αντίδραση της Τουρκίας στην καθ’ όλα νόμιμη συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αίγυπτο, επειδή «δείχνει, δυστυχώς, ότι δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με τις Ευρωπαϊκές αρχές του 21ου αιώνα. Και ότι παραμένει προσκολλημένη στη λογική του εξαναγκασμού και των εκφοβισμών. Λογική που ανήκει σε άλλες εποχές.
»Με τη στάση της αυτή, όμως, αποδεικνύει και τον προσχηματικό χαρακτήρα της δήθεν ετοιμότητάς της για διάλογο. Γιατί, πώς είναι δυνατόν μια καθόλα νόμιμη συμφωνία ενός κράτους με ένα άλλο να χρησιμοποιείται από ένα τρίτο κράτος ως πρόσχημα αποχώρησης από τις διερευνητικές επαφές πριν αυτές καν επανεκκινήσουν; Την ίδια στιγμή, μάλιστα, που η ίδια η Τουρκία υπέγραψε με τη Διοίκηση της Τρίπολης, στη Λιβύη, ένα ανυπόστατο και παράνομο μνημόνιο. Και η οποία, με τις επανειλημμένες προκλήσεις, δοκιμάζει τις αντοχές της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Η τοποθέτηση αυτή, αν και προς το εσωτερικό ακροατήριο φαίνεται να επιτίθεται στο τουρκολιβυκό Μνημόνιο, εν τούτοις προς το διεθνή παράγοντα και την Τουρκία αποτελεί αποδοχή του αποτελέσματος στο πλαίσιο της ευρύτερης διαπραγμάτευσης ή στη λογική συμψηφισμού.
Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε πως
«η στρατιωτικοποίηση της κατάστασης από την πλευρά της Τουρκίας αποτελεί επίσης και παραδοχή ανυπαρξίας νομικά ισχυρών θέσεων. Γιατί η προβολή ισχύος δεν είναι παρά απόπειρα να αντισταθμιστεί η αδυναμία της σε θέματα Δικαίου».
Με τον τρόπο αυτό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης καταγράφει την αντίδρασή του στις πρακτικές της Τουρκίας, αντιτείνοντας τον διάλογο, αλλά ως αποτέλεσμα της υπαναχώρησης της Τουρκίας από την ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Και υποστήριξε πως
«απαντώντας στην ανάπτυξη του στόλου της, αναπτύξαμε και εμείς τον δικό μας, θέτοντας τις Ένοπλες Δυνάμεις μας σε επιφυλακή. Είμαι σίγουρος ότι όλοι οι Έλληνες έχουν την ίδια απόλυτη εμπιστοσύνη στις δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεών μας που έχω και εγώ. Στις προκλήσεις διατηρούμε το σθένος που πηγάζει από την ψυχραιμία και τη σωφροσύνη μας. Αλλά, ταυτόχρονα, μένουμε σε απόλυτη πολιτική και επιχειρησιακή ετοιμότητα».
Με τον τρόπο αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης στέλνει μήνυμα ότι η Ελλάδα παραμένει με το όπλο παραπόδα.
Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, η κυβέρνηση ενεργοποίηση τη διπλωματία,
«Ενημερώνουμε φίλες χώρες και τη διεθνή κοινή γνώμη. Και κινητοποιούμε συμμάχους και εταίρους. Δεν είμαστε μόνοι σε αυτήν την προσπάθεια. Η άμεση ανταπόκριση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο αίτημά μας να συγκληθεί το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων επιβεβαιώνει ότι το ζήτημα δεν αφορά μόνο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αλλά και τις σχέσεις όλης της Ευρώπης με την Τουρκία.
Η αναφορά στην ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης, είναι προφανές ότι αποτελεί μήνυμα συνέχισης της επικοινωνιακής εκστρατείας μέσω των διεθνών media, κίνηση που δεν εντάσσει ο ίδιος στο πλαίσιο της αποκλιμάκωσης, τουλάχιστον όχι σε αυτή τη φάση.
»Συνεχίζοντας, συνεπώς, την πολιτική των επιθετικών προκλήσεων, η Τουρκία τον μόνο δρόμο που ανοίγει είναι αυτός των ισχυρών κυρώσεων εναντίον της. Κι αυτό την ίδια στιγμή που ισχυρά κράτη, με σημαντική παγκόσμια και περιφερειακή ισχύ, συντάσσονται με το δίκαιο των θέσεων μας.
Ξανατονίζω: Απαντούμε, δεν προκαλούμε. Και με στιβαρότητα».
Σε αυτό το πλαίσιο ο πρωθυπουργός ανέφερε επίσης τα εξής:
«Δεν σηκώνουμε σημαίες ευκαιρίας. Υψώνουμε τη στάση της ευθύνης και της νομιμότητας. Γιατί δεν γίνεται σοβαρή εξωτερική πολιτική με προπαγανδιστικές φωτογραφίες από ανύπαρκτες σεισμικές έρευνες. Ούτε και με εθνικιστικούς παροξυσμούς προς ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης.
»Ας το γνωρίζουν όλοι: Ο κίνδυνος ατυχήματος καραδοκεί, όταν συγκεντρώνονται τόσες στρατιωτικές δυνάμεις σε περιορισμένη έκταση. Και την ευθύνη σε μια τέτοια περίπτωση θα την έχει εκείνος που προκαλεί τις συνθήκες αυτές. Παραμένουμε σταθεροί στην προσήλωσή μας στη Διεθνή Νομιμότητα και στη δύναμη της διπλωματίας να επιλύσει ακόμη και τα πιο σύνθετα ζητήματα. Δεν θα είμαστε ποτέ αυτοί που πρώτοι θα οξύνουμε τα πράγματα. Όμως, η αυτοσυγκράτηση είναι μόνο η μία όψη της ισχύος μας».
Τέλος, ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι δεν θα συρθεί η Ελλάδα σε επεισόδιο, αλλά θα επιλέξει τη στιγμή που θα απαντήσει, εφόσον οι προκλήσεις συνεχιστούν.
«Καμία πρόκληση δεν θα μείνει αναπάντητη. Το έχουμε, εξάλλου, αποδείξει στην πράξη. Και θα το αποδείξουμε ξανά εάν χρειαστεί».