Να ανακόψει τη δυναμική καταδίκης της Τουρκίας από το επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και τις επιπτώσεις που θα είχε στις διμερείς σχέσεις ΕΕ-Τυορκίας, επιχειρεί τώρα ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, κινούμενος μάλιστα μέσω Ιταλίας, ώστε να εκμεταλλευτεί τη δυσλειτουργική και ανταγωνιστική σχέση Ρώμης-Παρισιού.
Λίγες μόνο μέρες μετά τη σύναψη συμφωνίας για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, την οποία δεν έχουν κυρώσει ακόμα τα κοινοβούλια των δύο χωρών, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών συναντήθηκε με τον Ιταλό ομόλογό του, -αφού πρώτα αναβλήθηκε η επίσκεψη- απ’ όπου και διαμήνυσε ότι η Άγκυρα είναι έτοιμη για συζητήσεις με την Ελλάδα και συνεργασία με υπό την Ιταλία στη Λιβύη. Η δήλωση όμως δεν ήταν απρόκλητη, αλλά απάντηση στη συνέντευξη του Νίκου Δένδια στον Alpha, οδηγώντας έτσι σε δημόσιο διάλογο. Η επιλογή της Ιταλίας ως βήμα για την αποστολή του μηνύματος, έχει βέβαια ξεχωριστεί διπλωματική, πολιτική και σημειολογική αξία.
Οι κινήσεις αλλαγής κλίματος από την τουρκική διπλωματία ακολουθούν την όξυνση της στάσης της Γαλλίας, τόσο στο NATO όσο και στην ΕΕ. Το Παρίσι, εγκολπώνοντας τις ελληνικές θέσεις και διαμαρτυρίες, επιχειρεί να “στριμώξει” την Τουρκία στο NATO, καταγγέλλοντας παρενόχληση πλοίου της από τουρκικά. Η Γαλλία, φαίνεται ότι υποστηρίζει και την πρόταση επαναξιολόγησης των ευρωτουρκικών σχέσεων σε μια σειρά τομείς, όπως για παράδειγμα η προοπτική επαναδιαπραγμάτευσης της τελωνειακής ένωσης.
Στην Ελλάδα, κυριαρχεί η μονοδιάστατη προσέγγιση των ελληνοτουρκικών και ευρωτουρκικών σχέσεων, μέσα από εθνικά και εθνικιστικά φίλτρα, επιβάλλοντας μια ελληνοκεντρική προσέγγιση της τουρκικής κινητικότητας, η οποία στερεί πολύτιμα δεδομένα που προκύπτουν εφόσον οι κινήσεις της Άγκυρας εξεταστούν και από άλλες οπτικές γωνίες.
Αν όμως κινήσεις, δηλώσεις και αντιδράσεις αξιολογηθούν με κοινά φίλτρα, τότε προκύπτει μια νέα και αρκετά διαφορετική αλληλουχία.
Υπ΄ αυτό το πρίσμα, οι δηλώσεις του Νίκου Δένδια στον Σκάι, διαμορφώνουν μια νέα πραγματικότητα.
Δίαυλοι επικοινωνίας υπάρχουν πάντοτε. Αλλά, οι δίαυλοι επικοινωνίας, για να λειτουργήσουν σωστά, δεν πρέπει να γίνονται μεταφορείς παράλληλων μονολόγων. Τότε δεν οδηγούν σε κάποια αποτελέσματα.
Προχθές, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, από τη Ρώμη δήλωσε την ετοιμότητα της Άγκυρας να ….συζητήσει με την Αθήνα!
«Χωρίς την Τουρκία δεν μπορεί να ισχύσει κάποια συμφωνία στην ανατολική Μεσόγειο και δεν έχει κανένα όφελος για κανέναν. Αυτό που δεν μπορέσαμε να το εξηγήσουμε στο παρελθόν, το εξηγούμε με τα έργα μας: Με τα γεωτρύπανά μας και με τις συμφωνίες μας»
δήλωσε αρχικά ο κ. Τσαβούσογλου, σε μια αναφορά στη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης…
Το κάναμε αυτό, αλλά θέλουμε να κάνουμε μονόπλευρα στο μέλλον; Όχι. Είμαστε έτοιμοι για διάλογο με όλους, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας».
Μιλώντας σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Ιταλό υπουργό Εξωτερικών Λουίτζι ντι Μάιο στην Άγκυρα, ο Τσαβούσογλου τόνισε επίσης πως η Τουρκία θέλει να εργαστεί μαζί με την Ιταλία για την ικανοποίηση ενεργειακών αναγκών της Λιβύης, όπως ο ηλεκτρισμός. Οι δύο χώρες θα μπορούσαν επίσης να συνεργαστούν στην ανατολική Μεσόγειο, είπε.
Από το ίδιο βήμα ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να συνεργαστεί με την Ελλάδα στην Ανατολική Μεσόγειο.
«Η Ιταλία μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη λύση δια του διαλόγου και της διπλωματίας» δήλωσε, ενώ ανέφερε ότι η Τουρκία πάντοτε στήριξε «τον διαμοιρασμό του πλούτου της ανατολικής Μεσογείου από όλες τις χώρες γύρω από την ανατολική Μεσόγειο».
Η επιλογή της Ιταλίας ως διαύλου για την Ευρώπη, από την Άγκυρα, δεν είναι νέα. Η Τουρκία έχει διαχρονικά καλές σχέσεις με τη Ρώμη, τώρα όμως, έχει και άλλους λόγους. Η αναδιάταξη δυνάμεων στην Ιταλία και στην ΕΕ, οδηγεί σε επαναξιολόγηση θέσεων και τάσεων, επιτρέποντας στην Άγκυρα να ενισχύσει την επιρροή, ποντάροντας στα εξοπλιστικά αλλά και στην αναβαθμισμένη σχέση που έχει με τη Ρωσία.. Αποτέλεσμα ήταν, προσφάτως, η αποχή της Ιταλίας από την υπογραφή του East Med στην Αθήνα, υπονομεύοντας πρακτικά τη βιωσιμότητα του project. Επίσης, η βελτίωση των διμερών σχέσεων Ρώμης-Παρισιού, μετά την αποχώρηση του Σαλβίνι από τον κυβερνητικό συνασπισμό, δεν είναι ακόμη πλήρης. Τα τρωτά σημεία της σχέσης αυτής επιχειρεί τώρα να εκμεταλλευτεί η Άγκυρα για να εμποδίσει ενδεχόμενες αρνητικές αποφάσεις ή ακόμα και συστάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Οι δηλώσεις του Μεβλούτ Τσαβούσογλου δεν είναι στον αέρα, αλλά απαντούν στον διάδρομο που δημιούργησαν οι δηλώσεις του Νίκου Δένδια, διαμορφώνοντας μια οριακή βάση συνεννόησης:
Έρχομαι τώρα στον κ. Cavusoglu. Ο κ. Cavusoglu, όπως ξέρετε, είναι γνωστός μου, είναι φίλος μου, γνωριζόμαστε πάρα πολλά χρόνια. Θα του έλεγα λοιπόν, σαν παλιός και καλός φίλος, ότι εάν βρίσκει αυτή τη συμφωνία της αρεσκείας της Τουρκίας, τότε μπορούμε να διαπραγματευτούμε με τους κανόνες αυτής ακριβώς της συμφωνίας. Την επήρεια στα νησιά, την υφαλοκρηπίδα στα νησιά, τις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες στα νησιά. Η Ελλάδα αυτό ισχυρίζεται όλα τα χρόνια. Και η Τουρκία παριστάνει ότι δεν το ακούει. Θα είμαι, λοιπόν, ο πιο ευτυχισμένος των ανθρώπων, αν αυτή η συμφωνία γίνει η πόρτα, μέσα από την οποία η Τουρκία θα περάσει στη διεθνή νομιμότητα. Και μπορέσει σε αυτό το χώρο, στο δωμάτιο της διεθνούς νομιμότητας, να συναντήσει την Ελλάδα.
δήλωσε ο Νίκος Δένδιας στην εκπομπή 350 μοίρες του Alpha, πριν μεταβεί στην Αίγυπτο, μαζί με τη διαπραγματευτική ομάδα της Ελλάδας, για συζητήσεις σχετικά με την επόμενη ημέρα στη Λιβύη και θέλοντας να δείξει ισχυρή πολιτική βούληση για την προώθηση της διαδικασίας οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών.
Στην επόμενη ερώτηση, μάλιστα, η δημοσιογράφος διαπιστώνει αλλαγή πολιτικής από την κυβέρνηση, την οποία δεν διαψεύδει ο Νίκος Δένδιας, αλλά επιβεβαιώνει παθητικά:
Σ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ: Ακούγοντάς σας, σκέφτομαι μήπως τελικά υπάρχει μια καινούργια προσέγγιση που υπηρετείτε και εσείς και θα ήταν ίσως καλό να υπηρετηθεί στη χώρα, να υπάρχει κάποιος συμβιβασμός της συμφωνίας. Είδαμε τόσα χρόνια, λόγω κάποιων μαξιμαλιστικών θέσεων, δεν μπορούσε η χώρα να προχωρήσει σε κάποιες συμφωνίες ΑΟΖ. Μήπως αυτή είναι μια νέα προσέγγιση;
Ν. ΔΕΝΔΙΑΣ: Η Ελλάδα δεν έχει μαξιμαλισμό. Δεν λέω ότι κάποιοι κύκλοι στην Ελλάδα δεν έχουν μαξιμαλισμό. Βεβαίως υπάρχουν ακραίοι στην Ελλάδα, όπως υπάρχουν και ακραίοι παντού. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, όμως,υπηρέτησαν πάντα το εθνικό συμφέρον. Και το εθνικό συμφέρον, όχι σε έναν αόριστο χώρο, αλλά βασισμένο στη διεθνή νομιμότητα και στις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών. Η ελληνική πολιτική, διαχρονικά, είχε στέρεες άγκυρες.
δήλωσε ο Έλληνας υπυοργός Εξωτερικών, συμπληρώνοντας ότι
Αν η Τουρκία θελήσει να συναντηθούμε, το ξαναλέω, σε αυτό το χώρο, ουδείς θα είναι ευτυχέστερος των Ελλήνων. Θα είμαστε όλοι εξαιρετικά χαρούμενοι για αυτό. Γιατί, εμείς δεν θέλουμε να ‘ρίξουμε’ -να μου επιτρέψετε τη λαϊκή έκφραση- την Τουρκία. Δεν θέλουμε να πάρουμε από την Τουρκία κάτι που της ανήκει. Δεν θέλουμε να περιορίσουμε την Τουρκία. Δεν θέλουμε να αποκλείσουμε την Τουρκία από τη θάλασσα. Αλλά, δεν είμαστε καθόλου, μα καθόλου, διατεθειμένοι να παραχωρήσουμε στην Τουρκία δικά μας εθνικά δικαιώματα. Άρα, εμείς λέμε στην Τουρκία: «Έρχεσαι να βρούμε άκρη επί τη βάση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας; Ευχαρίστως.»
Καταλήγοντας, ο Νίκος Δένδιας θέτει το μίνιμουμ συναντίληψης για τη δημιουργία πλαισίου διαλόγου, λέγοντας:
Αλλά, όχι με τη λογική, π.χ. «τα νησιά δεν έχουν αποκλειστικές οικονομικές ζώνες, δεν έχουν υφαλοκρηπίδα, δεν έχουν τίποτα, παρά μόνο χωρικά ύδατα 6 μιλίων». Ε, όχι, αυτό δεν είναι βάση συζήτησης.
Ήτοι, η ελληνική πλευρά, δέχεται συζητήσεις για μειωμένη επήρεια με οδηγό, όπως ξεκαθαρίζει, τη συμφωνία με την Ιταλία.
Εν τέλει, ο Νίκος Δένδιας, συζητώντας για την προοπτική οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Αίγυπτο και το Καστελόριζο, ξεκαθαρίζει:
Σ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ: Και δεν σας ανησυχεί αυτό; Ότι, εξαιρώντας την επήρεια του συμπλέγματος του Καστελορίζου από μια οριοθέτηση με την Αίγυπτο θα μπορούσε να…
Ν. ΔΕΝΔΙΑΣ: Νομίζω ότι έχουμε εξαιρετικούς νομικούς. Και στην Ειδική Νομική Υπηρεσία και συμβούλους εκτός. Νομίζω, ότι έχω μάθει και εγώ αρκετά πράγματα αυτούς τους μήνες, διαβάζοντας στο Υπουργείο, για να ξέρουμε πώς να κάνουμε μια συμφωνία με τρόπο που να μη βλάψει το εθνικό συμφέρον. Αντίθετα, να το ενισχύσει. Και, εν πάση περιπτώσει, όχι εμείς μόνο, όχι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, καμία ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να υπογράψει κάτι, το οποίο θα υποθηκεύσει μελλοντικά την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της πατρίδας. Θέλουμε να μεγαλώσουμε τη χώρα και να βελτιώσουμε τη θέση. Δεν θέλουμε να τη μικρύνουμε και να την αποδυναμώσουμε.
Τέλος, πρέπει να σημειωθούν οι διαρκείς αναφορές του υπουργού Εξωτερικών στη στάση της αντιπολίτευσης, καθώς δημιουργεί εικόνα ομοθυμίας και συνεννόησης, ενδεχόμενη αλλαγή της οποίας όμως θα μπορούσε να αποτελέσει θρυαλλίδα απρόβλεπτων εξελίξεων.
Θα σας πω. Κατ’ αρχήν, να μιλήσουμε πρώτα για τα δικά μας, για την πατρίδα μας. Νομίζω ότι τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης -με μια εξαίρεση, μίας υπερδεξιάς ή ακροδεξιάς- τήρησαν μια εξαιρετική στάση. Στήριξαν τη συμφωνία απόλυτα, καταλαβαίνοντας το αυτονόητο, ότι αυτή είναι μια συμφωνία που υπηρετεί το εθνικό συμφέρον. Δεν υπηρετεί το συμφέρον της κυβέρνησης Μητσοτάκη ή της Νέας Δημοκρατίας. Και είναι μια συμφωνία, για την οποία προσπάθησαν πάρα πολλοί άνθρωποι πάρα πολλά χρόνια. 43 χρόνια. Το γεγονός ότι κανείς δεν κατέληξε πριν, δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν οι προσπάθειες και δεν σημαίνει ότι το κίνητρο δεν ήταν το απαραίτητο εθνικό κίνητρο.