Νέα δεδομένα, καθόλου ενθαρρυντικά, δεδομένα για τον κορονοϊό και τις δυνατότητες αντιμετώπισής του δημοσιοποιούνται τις τελευταίες ώρες, θολώνοντας το τοπίο και σκιάζοντας κάποιες αρχικές θετικές ενδείξεις για σταδιακή επιστροφή στη λειτουργικότητα, ιδιαίτερα στην Ευρώπη.
Παρά την επιτάχυνση των ερευνών παγκοσμίως, για την παραγωγή εμβολίου και τη διαμόρφωση αποτελεσματικής φαρμακευτικής θεραπείας, δεν θεωρείται πιθανό να πρόοδος που θα ανατρέψει τα δεδομένα πριν από το τέλος του έτους. Αν και αυτή τη στιγμή πολλά εργαστήρια αυτόνομα και σε συνεργασία αναζητούν εμβόλια, ακόμα δεν υπάρχει ικανοποιητική πρόοδος, με την CEO της GlaxoSmithKline να αναφέρεται στην ανάγκη παρασκευής πολλαπλών εμβολίων.
Υπ΄αυτό το πρίσμα, επιστήμονες που δημοσίευσαν ανάλυση στο περιοδικό Science προειδοποιούν ότι, το πλέον πιθανό σενάριο είναι οι περιορισμένοι να συνεχιστούν, με τη μορφή κυλιόμενων μέτρων έως και το 2022.
Όπως έχουν επισημάνει τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, όσο και η ΕΕ, η σταδιακή άρση των μέτρων κοινωνικής απομάκρυνσης και lockdown, θα οδηγήσει αναπόδραστα σε αύξηση των κρουσμάτων και δεύτερο κύμα. Ωστόσο, το μαθηματικό μοντέλου του Έλληνα καθηγητή του Πανεπιστημίου της Πάτρας, Γιώργου Ανδρουλάκη, εντοπίζει ότι σε όσες χώρες έχουν ολοκληρωθεί το πρώτο και δεύτερο κύμα εξάπλωσης, το τελευταίο δεν υπερβαίνει την έξαρση του πρώτου.
Live εικόνα του Covid 19 στην Ελλάδα και τον κόσμο
Η ανάλυση στο Science
στο συμπέρασμα της έκθεσης, τονίζεται ότι ένα εφάπαξ lockdown δεν θα είναι αρκετό για να τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία, όπως επίσης ότι οι επόμενες κορυφώσεις της πανδημίας ίσως είναι ακόμη μεγαλύτερες και σοβαρότερες από την τρέχουσα, εφόσον τα μέτρα αποστασιοποίησης δεν λάβουν μόνιμο χαρακτήρα.
Σύμφωνα μάλιστα με το πιο ακραίο σενάριο το οποίο αναλύεται στην έκθεση, ένα ακόμη κύμα της πανδημίας μπορεί να υπάρξει ακόμη και το 2025, εάν δεν υπάρξει έως τότε εμβόλιο ή αποτελεσματική θεραπεία. Και αν η προοπτική του 2025 φαντάζει – και ενδεχομένως είναι – πολύ μακρινή, άλλο τόσο είναι μάλλον αισιόδοξο το σενάριο να υπάρξει εμβόλιο τους επόμενους 12 – 18 μήνες, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
«Οι λοιμώξεις εξαπλώνονται όταν υπάρχουν δύο προϋποθέσεις: άνθρωποι οι οποίοι έχουν προσβληθεί και άνθρωποι που είναι ευάλωτοι. Εάν δεν υπάρχει κάποια πολύ μεγαλύτερη ανοσία της αγέλης από αυτή που γνωρίζουμε… η πλειοψηφία του πληθυσμού εξακολουθεί να είναι ευάλωτη», επισημαίνει ο Μαρκ Λίπσιτς, καθηγητής επιδημιολογίας στο Χάρβαρντ και εκ των συντακτών της μελέτης. «Η πρόβλεψη για τέλος της πανδημίας το καλοκαίρι του 2020 δεν συνάδει με αυτό που γνωρίζουμε για την εξάπλωση των λοιμώξεων», τονίζει ο Λίπσιτς.
Η προοπτική ωστόσο της περιοδικής λήψης μέτρων αποστασιοποίησης εγείρει δύσκολα ερωτήματα όσον αφορά την καθοδήγηση που πρέπει να δοθεί στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, δηλαδή στους ανθρώπους άνω των 70 ετών, καθώς και σε εκείνους με χαμηλό ανοσοποιητικό σύστημα ή άλλα υποκείμενα νοσήματα.
Ενώ συνεπώς είναι δυνατόν να χαλαρώσουν τα μέτρα αποστασιοποίησης, στον βαθμό που τα συστήματα υγείας θα μπορούν να αντέξουν τα νέα κρούσματα, οι σοβαροί κίνδυνοι λοίμωξης για ορισμένους ανθρώπους θα παραμείνουν οι ίδιοι έως ότου αναπτυχθεί ένα εμβόλιο ή πολύ αποτελεσματικές θεραπείες.
«Ελλείψει αυτών, η παρακολούθηση και η κατά διαστήματα αποστασιοποίηση μπορεί να χρειαστεί να διατηρηθούν έως το 2022», καταλήγουν οι συγγραφείς της έκθεσης.
Ο συνολικός αριθμός των κρουσμάτων τα επόμενα πέντε χρόνια, και το απαιτούμενο επίπεδο αποστασιοποίησης, εξαρτώνται καθοριστικά από τα συνολικά τρέχοντα επίπεδα μόλυνσης, εάν όλοι όσοι έχουν μολυνθεί αποκτήσουν ασυλία και, εάν ναι, για πόσο καιρό. Οι συντάκτες της έκθεσης προειδοποιούν ότι αυτά παραμένουν τα μεγάλα ερωτηματικά.
Εάν η ανοσία είναι μόνιμη, ο Covid-19 θα μπορούσε να εξαφανιστεί για πέντε ή περισσότερα χρόνια μετά το πρώτο ξέσπασμα, επισημαίνεται στην έκθεση. Εφόσον οι άνθρωποι παρουσιάσουν ανοσία για περίπου έναν χρόνο, όπως συμβαίνει με άλλος κορωνοϊούς, το πιο πιθανό σενάριο είναι ένα ετήσιο ξέσπασμα της νόσου.