Προβλήματα διαχείρισης της πληροφορίας, έλλειψης συντονισμού, αποκλεισμών και ενδοδιοικητικών ανταγωνισμών αναδεικνύει η εν εξελίξει κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς ξεδιπλώνεται σε σειρά μετώπων από το προσφυγικό και την ένταση στο Αιγαίο, μέχρι το Κυπριακό και το Μνημόνιο Κατανόησης Τουρκίας-Λιβύης.
Λίγους μόλις μήνες μετά την ανάληψη καθηκόντων από τη νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα, η κατάσταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μοιάζει εκρηκτική, αίσθηση που αν και αποδίδει τον τρόπο με τον οποίο media και κοινή γνώμη βιώνουν τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά, εν τούτοις δεν είναι ακριβής αλλά πληθωρισμένη, όπως συμβαίνει παραδοσιακά στα εθνικά θέματα.
Στην Ελλάδα, η στρατηγική εδραίωσης επιτελικού κράτους και σαφούς διοικητικής κυβερνητικής πυραμίδας, στα πρότυπα διοίκησης των ΗΠΑ και άλλων ομοσπονδιακών χωρών και με ισχυρές δομές εξουσίας, δημιούργησε αναστάτωση στο σύστημα. Η ευρύτητα των αλλαγών και η πίεση στην εφαρμογή τους, από τη βάση του ΥΠΕΞ και της ΕΥΠ έως την πολιτική τους ηγεσία, καθώς και η διαμόρφωση επιχειρησιακών διαύλων μεταξύ υπουργείων αλλά και του Μαξίμου με αυτά, προκάλεσαν λειτουργικό σοκ και αποσυντόνισαν τον μηχανισμό.
Την Τουρκία ευνόησε επίσης και η διεθνής συγκυρία, καθώς ο EastMed τέθηκε σε αναμονή εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων στην Ιταλία, καθώς πάγωσε ο διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδας-Ιταλίας Poseidon. Παράλληλα, το πολιτικό αδιέξοδο στο Ισραήλ αποτελεί επίσης υπονομευτικό παράγονα για την προώθηση του γεωοικονομικού δόγματος των ΗΠΑ στην περιοχή, όπως και η διαφαινόμενη αποσταθεροποίηση του Λιβάνου.
Οι λάθος χειρισμοί
Η διαφορετική αξιολόγηση προτεραιοτήτων από το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου, σε σχέση με το υπουργείο Εξωτερικών, δημιούργησε λειτουργικό χάσμα, το οποίο δεν μπορούσαν να καλύψουν τόσο οι υπηρεσίες του ΥΠΕΞ, όσο και οι ΕΥΠ. Έτσι, υπήρξε “έμφραγμα” στην πληροφόρηση, που είχε ως αποτέλεσμα ετεροχρονισμένες αντιδράσεις και τη δημιουργίας εικόνας νωχελικού μηχανισμού. Τα νωχελικά αντανακλαστικά, όμως, έδωσαν χώρο στην Άγκυρα να κινηθεί στην Ευρώπη, να εντείνει τις πιέσεις και να μεταθέσει χρονικά ενδεχόμενες συνέπειες, έτσι ώστε να κερδίσει την -προσωρινή έστω- υπεροχή, στη διαμόρφωση ατζέντας και δυναμικής.
Οι ανταγωνισμοί μεταξύ κυβερνητικών στελεχών, πολιτικών και υπηρεσιακών, αποδυνάμωσαν τη συνοχή, υπέσκαψε την εμπιστοσύνη και αποδυνάμωση τον αντίκτυπο των αντιδράσεων. Παράλληλα, όμως, η κατάσταση αυτή λειτούργησε υπέσκαψε και τη διεθνή θέση της χώρας, καθώς οι εμφανείς και ουσιαστικές διαφορές στην ιεράρχηση της πολιτικής ατζέντας μεταξύ Μαξίμου και ΥΠΕΞ, “πριόνισαν” την αξιοπιστία και την ένταση των μηνυμάτων του Νίκου Δένδια.
Η Ελλάδα, έχασε επίσης ένα σημαντικό διαπραγματευτικό χαρτί όταν η πρωτοβουλία σταδιακής ανακήρυξης των 12 μιλίων που ανέλαβε ο Νίκος Κοτζιάς μπήκε τελικά στον πάγο και δεν υλοποιήθηκε, ούτε από την “κουρασμένη” και ασταθή εκείνη την εποχή κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά ούτε από την ισχυρή κυβέρνηση της ΝΔ.
Οι ενστάσεις για τη νομική αντιμετώπιση του θέματος και τους ευρύτερους χειρισμούς που απαιτούνταν, αποτέλεσαν τροχοπέδη για την υλοποίηση κίνησης που θα περιόριζε το εκτόπισμα της Τουρκίας και τη δυνατότητά της να δημιουργεί καταστάσεις. Μια τέτοια κίνηση, πριν την υπογραφή της ανανέωσης-επέκτασης της αμυντικής συμφωνίας Ελλάδας-ΗΠΑ, θα είχε αναγκάσει εταίρους και συμμάχους να συσπειρωθούν γύρω από την Ελλάδα, ενισχύοντας το πολιτικό κεφάλαιο και διαπραγματευτικό εκτόπισμα της χώρας/
Πως κέρδισε πόντους η Τουρκία
Η στρατηγική της Άγκυρας για την εκμετάλλευση της μεταβατικής περιόδου στην Ελλάδα, της αναδίπλωσης των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή, του χάσματος ΗΠΑ-ΕΕ στη διαχείριση των ενεργειακών και της διάθεσης της Ρωσίας να χρησιμοποιήσει το κενό εξουσίας για να αναβαθμίσει το ρόλο της στην περιοχή και να αποκτήσει ερείσματα, δεν ήταν απόρρητη, αλλά είχε διακοινωθεί με κάθε μέσο, τρόπο και σε όλα τα διαθέσιμα φόρα. Η προσπάθεια μάλιστα να εμπλακεί στην εμφύλια διαμάχη στη Συρία ήταν ευρέως γνωστή, διεθνώς επισημασμένη και σε στενή παρακολούθηση από τις ελληνικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Ενδείξεις όμως είχε προσφέρει τόσο η στάση της Ρωσίας, των ΗΠΑ και της ΕΕ. Όταν η Μόσχα επέτρεψε τη συμμετοχή ρωσικών εταιριών σε κοινά project έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, σε συνεργασία με τουρκικές εταιρίες. Η κίνηση αυτή του Κρεμλίνου ήταν στην ουσία η θρυαλλίδα που χρειαζόταν η Άγκυρα για να δείξει στη Λιβύη και σε άλλους παράγοντες ότι οι πρωτοβουλίες της έχουν στήριξη και ως εκ τούτου δυναμική. Επίσης, οι ΗΠΑ εντός του καλοκαιριού και πριν την αλλαγή κυβέρνησης είχαν αλλάξει ρητορική άρα και στάση, εγκαλώντας την Τουρκία μόνο για τις παραβιάσεις των χωρικών υδάτων της Κύπρου και όχι της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η ΕΕ, από την πλευρά της, επέδειξε νωχελικότητα στην επιβολή κυρώσεων στην άγκυρα για τις γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ και ως εκ τούτου δημιούργησε αίσθηση μειωμένου ενδιαφέροντος.
Ο συνδυασμός των παραγόντων αυτών και οι “μουδιασμένες” και πολλές φορές ασαφείς ή ετερόκλητες αντιδράσεις σε σειρά διμερών ή και ευρύτερων ζητημάτων, που αφορούν τουρκικές ενέργειες, έδωσαν τη δυνατότητα στην Τουρκία να προβάλλει τις θέσεις της στην κυβέρνηση της Λιβύης, ως απόσταγμα διεθνούς αποδοχής ή έστω χωρίς ουσιαστικές αντιδράσεις. Έτσι η Άγκυρα πέτυχε να δημιουργήσει κλίμα, να κερδίσει έδαφος και να περάσει τις επιδιώξεις της μέσα από το γεωπολιτικό κενό που δημιουργούν οι αλληλεπικαλυπτόμενες διεργασίες στην περιοχή.