Την προσοχή του Βερολίνου έχει τραβήξει η υπόθεση του ιρανικού τάνκερ, όπως φαίνεται από δημοσίευμα του Siegel και μεταφέρει στα ελληνικά η DW, καθώς η Αθήνα προσπαθεί να ισορροπήσει σε λεπτό στρώμα πάγου, μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ που προωθούν εκ διαμέτρου αντίθετες επιδιώξεις, σε μια προσπάθεια να αποφύγει την εμπλοκή της στα απόνερα της γεωπολιτικής κρίσης του Ιράν.
Την ίδια στιγμή ουδείς φαίνεται, παρά τα δημοσιεύματα, να έχει ασφαλείς πληροφορίες για τους εμπλεκόμενους στη διαχείριση πλοίου και φορτίου, ώστε να καταστεί εφικτή η εξαγωγή ασφαλέστερων συμπερασμάτων. Παράλληλα, μόνο η διαφαινόμενη είσοδος του Adrian Darya 1 σε ελληνικά ύδατα προκαλεί τριβές στις διμερείς σχέσεις της Αθήνας με την Ουάσιγκτον, ενδοκυβερνητικές τριβές και αναγκάζει υψηλόβαθμους κυβερνητικούς αξιωματούχους και κομματικούς παράγοντες να αναζητούν τους επιχειρηματικούς παίχτες που θα μπορούσαν είτε να εμπλέκονται στην υπόθεση, είτε να συμβάλλουν ενεργά στην αποσόβηση της εν δυνάμει κρίσης.
Το βασικό σενάριο παραμένει η αλλαγή πορείας ή ακόμα και η ακινητοποίησή του στο Σουέζ ή κοντά στην Αίγυπτο, αλλά σε αυτή τη φάση τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί, καθώς ανεξαρτήτως των επιχειρηματικών συμφερόντων που ενδεχομένως να χαράσσουν πορεία, το τάνκερ βρίσκεται στα γεωπολιτικά ραντάρ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί παθητικά ή ενεργητικά για την ανατροπή του status quo, αναδιάταξη ισορροπιών, διάσπαση του κοινού μετώπου της ΕΕ, ή ακόμα και για ναρκοθέτηση τωn σχέσεων ΗΠΑ-Ελλάδας.
Η διαμορφωθείσα κατάσταση μπορεί τροφοδοτεί δηλώσεις, διαρροές και δημοσιεύματα, αλλά δεν έχει αναδειχθεί, μέχρι στιγμής, σε πεδίο αντιπολιτευτικής σύγκρουσης στην Ελλάδα, γεγονός που καταδεικνύει το τον ευαίσθητο χαρακτήρα της. Σε αυτό το κλίμα, το άρθρο του Spiegel, ακολουθεί μπαράζ δημοσιευμάτων σε ελληνικά και ρωσικά media, καθώς και δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, δείχνοντας ότι και η γερμανική κυβέρνηση παρακολουθεί την υπόθεση και αντιλαμβάνεται τις δυσκολίες, χωρίς ωστόσο να αποκαλύπτει τί στάση θα κρατήσει τελικά.
Το άρθρο του Spiegel πάντως, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η Ελλάδα δεν ενδιαφέρεται να εξοργίσει τους Αμερικανούς».
Βέβαια, μόνο τυχαία δεν είναι και η χρονική συγκυρία δημοσίευσης του άρθρου, μόλις μια εβδομάδα, πριν τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με την Άνγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο.
Το δημοσίευμα, αποτελεί μήνυμα επαγρύπνησης του Βερολίνου και υπενθύμισης ότι Γερμανία -και ενδεχομένως- ΕΕ αντιλαμβάνονται τις πιέσεις που ασκούνται στην Αθήνα από τις ΗΠΑ, αλλά δεν φαίνεται να προθυμοποιείται να παρέμβει, αφήνοντας την υπόθεση να εξελιχθεί φυσικά.
Ο συντάκτης του άρθρου επισημαίνει τους παράγοντες που αναγκάζουν την Ελλάδα να μην επιθυμεί να εξοργίσει τους Αμερικανούς.
«κυρίως επειδή η χώρα στηρίζεται στη βοήθεια των ΗΠΑ σε σχέση με τις επιβαρυμένες σχέσεις της με την Τουρκία. Επιπλέον η Αθήνα ελπίζει ότι μέχρι το τέλος του χρόνου θα επιτύχει νέα αμυντική συμφωνία με την Ουάσιγκτον. Η επιρροή που ασκούν οι ΗΠΑ στην Ελλάδα φαίνεται από το πώς η Αθήνα χειρίζεται τις εισαγωγές πετρελαίου από το Ιράν. Πριν από τις αμερικανικές κυρώσεις ανήκε στις χώρες με τις περισσότερες εισαγωγές πετρελαίου από την Τεχεράνη. Αντιπροσώπευαν το ¼ των εισαγωγών της. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ακόμη και όταν η Ελλάδα ανήκε στις χώρες που εξαιρέθηκαν προσωρινά από τις αμερικανικές κυρώσεις, απέφευγε να προμηθεύεται ιρανικό πετρέλαιο».
Για τις ΗΠΑ, το τάνκερ μεταφέρει πετρέλαιο στη Συρία και παραβιάζει κυρώσεις που έχει επιβάλει η ΕΕ, αλλά το δικαστήριο του Γιβραλτάρ ως αστήρικτο τον αμερικανικό ισχυρισμό, με την Τεχεράνη να έχει υπογράψει ότι δεν κατευθύνεται εκεί, αρνούμενη όμως να αποκαλύψει τον τελικό προορισμό του, φοβούμενη τις κινήσεςι της Ουάσιγκτον και τροφοδοτώντας κύκλο παραφιλολογίας και εγείροντας ερωτηματικά.
Από την αμερικανική οπτική γωνία, όποια χώρα επιτρέψει τον ελλιμενισμό του υποστηρίζει τρομοκρατική οργάνωση γιατί τα χρήματα από την πώληση του πετρελαίου πηγαίνουν στους Φρουρούς της Ιρανικής Επανάστασης, που για τις ΗΠΑ είναι τρομοκρατική οργάνωση. Για τις ΗΠΑ ο ελλιμενισμός του τάνκερ αποτελεί πράξη στήριξης της τρομοκρατικής δράσης των Φρουρών της Ιρανικής Επανάστασης.
Ο αρθρογράφος επισημαίνει ότι
«υπό αυτό το πρίσμα η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να παρατηρεί με πολλή προσοχή τις εξελίξεις» .
Ωστόσο, αίσθηση προκαλεί η πρόβλεψη του αρθρογράφου για την έκταση που θα μπορούσε να λάβει το θέμα, καθώς το προσομοιάζει σε επίπεδο αντίστοιχο με τις εκλογές του Ιουλίου που οδήγησαν σε ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών:
«Διότι η περίπτωση θα μπορούσε να αναδειχθεί στην πρώτη κρίση στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής μετά την πολιτική αλλαγή του περασμένου Ιουλίου. Σε περίπτωση που το «Adrian Darya 1» δέσει στο λιμάνι της Καλαμάτας οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να το εκλάβουν ως πρόκληση».
Επίσης, στο άρθρο γίνεται αναφορά και στις πιέσεις που ασκεί εκ των προτέρων η Ουάσιγκτον και τις προειδοποιήσεις στελέχους της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα ότι η Ελλάδα έχει ενημερωθεί για τις συνέπειες σε περίπτωση που δώσει την άδεια ελλιμενισμού στην Καλαμάτα.
Ο αρθρογράφος, όμως, σημειώνει και τις πολύπλευρες διπλωματικές και πολιτικές πιέσεις που δέχεται η Αθήνα, τις οποίες αναγνώρισε νωρίτερα μιλώντας στον ANT1 και αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, επιβεβαιώνοντας παράλληλα και το μετναλιτέ του άρθρου, που σκιαγραφεί την Ελλάδα ως απρόθυμη να δυσαρεστήσει τις ΗΠΑ, καθώς δήλωσε ότι η Αθήνα δεν σκοπεύει να συμβάλλει στη διαχείριση ή τον ελλιμενισμό του του τάνκερ, επισημαίνοντας ότι πίσω από την κίνηση αυτή βρίσκονται τεράστια επιχειρηματικά συμφέροντα.