Το δρόμο για το reprofiling του ελληνικού χρέους που θα σηματοδοτήσει και την αρχή του τέλους για το ΔΝΤ, ανοίγει η σημερινή απόφαση του Eurogroup για την εκταμίευση της δόσης των 978 εκατ. από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων, η οποία είχε καθυστερήσει εξαιτίας εμπλοκής με το διάδοχο καθεστώς του νόμου “Κατσέλη”.
Το Eurogroup κατά τη σημερινή συνεδρίαση επικύρωσε τη θετική εισήγηση των θεσμών και του EwG για την εκταμίευση των 978 εκατ. ευρώ από τις επιστροφές κερδών των ελληνικών ομολόγων (ANFA’s και SNP’s).
Αν και η απόφαση ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη και είχε προαναγγελεθεί από τον Επίτροπο Οικονομικών Πιέρ Μοσκοβισί, η ανακοίνωσή της αποτελεί ορόσημο.
“Η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο και η εκτίμησή μας ως Κομισιόν είναι θετική”,
δήλωσε ο Πιερ Μοσκοβισί προσερχόμενος στη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, ενώ συμπλήρωσε.
“Εργαστήκαμε πολύ, οι ελληνικές αρχές εργάστηκαν πολύ, για να φτάσουμε σε σημείο αρκετά αξιόπιστο, ώστε να προτείνουμε αυτή την εκταμίευση”.
Καταλήγοντας ο κ. Μοσκοβισί είπτε:
“Έχουμε εξετάσει προσεκτικά τις μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει η Ελλάδα, στις ιδιωτικοποιήσεις, στη δημόσια διοίκηση και στον λεγόμενο Νόμο Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας και το αίσθημά μας είναι πως έχουν γίνει αρκετά για να μπορέσω να εισηγηθώ την εκταμίευση 1 δισ. ευρώ για την Ελλάδα. Αυτό θα είναι ένα καλό σήμα για τη χώρα, η οποία έχει εξέλθει του προγράμματος (διάσωσης) και ανακτά την εμπιστοσύνη των αγορών. Άρα θα είναι μια ακόμα καλή ημέρα για την Ελλάδα, ελπίζω”.
Με την απόφαση αυτή, η κυβέρνηση μπορεί πλέον να ανοίξει επισήμως τη συζήτηση για την υιοθέτηση του σχεδίου μερικής αποπληρωμής των δανείων του ΔΝΤ, στο πλαίσιο του reprofiling του ελληνικού χρέους, κίνηση για την οποία θα χρειαστεί η έγκριση των θεσμών, καθώς θα χρησιμοποιηθούν και κεφάλαια από το δημοσιονομικό μαξιλάρι, ενώ θα επηρεαστεί και η DSA του χρέους.
Πολιτικά, η έναρξη της διαδικασίας αποχώρησης του ΔΝΤ, αποτελεί εκ των πραγμάτων ορόσημο για την αριστερή κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, η οποία έχει χρεωθεί την εφαρμογή του τρίτου Μνημονίου και τη Συμφωνία των Πρεσπών και επιχειρεί με σημειολογικές κινήσεις και επίδειξη πολιτικής πυγμής να επανακτήσει κοινωνικά ερείσματα που απόλεσε το προηγούμενο διάστημα, καθώς τώρα οδεύει σε πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις.