Η κρίση της Βενεζουέλας ξεκίνησε, χρονολογικά με την εκλογή του Νικολάς Μαδούρο, καθώς ο σημερινός πρόεδρος παρέλαβε τη χώρα σε καλπάζουσα ανάπτυξη με το ΑΕΠ στα 330 δισ. δολάρια, το 2013, από τον προκάτοχό του, επίσης αριστερό και επαναστάτη κομμουνιστή, Ούγκο Τσάβες.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της χειμαζόμενης χώρας αναμένεται να υποχωρήσει στα 68 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2023, καταδεικνύοντας τη ραγδαία, μέσα σε μια 10ετία κατάρρευση της Βενεζουέλας.
Ωστόσο, για την εικόνα αυτή δεν ευθύνεται αποκλειστικά ο Μαδούδο, καθώς το 2014, οι τιμές του πετρελαίου άρχισαν να υποχωρούν, λόγω της αυξημένης παραγωγής στις ΗΠΑ και τον Καναδά. Όντας μια χώρα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πετρέλαιο, η οικονομία της Βενεζουέλας ήταν αναμενόμενο ότι θα βίωνε κρίση. Αλλά η σοβαρή οικονομική κακοδιαχείριση της κυβέρνησης Μαδούρο, η αποτυχία ή η απροθυμία να καταπολεμήσουν τη διαφθορά και η έλλειψη πραγματικής δημοκρατικής διακυβέρνησης επιδείνωσαν την κρίση, με αποτέλεσμα τον υπερπληθωρισμό, την έντονη έλλειψη τροφίμων και κοινωνικές αναταραχές.
Ο προκάτοχος του Μαδούρο, ο Ούγκο Τσάβες, ήταν πιο επιτυχημένος σε όρους ΑΕΠ, υποστηριζόμενος όμως και από τις υψηλές τιμές του πετρελαίου, που διασφάλιζαν διαρκή ροή χρήματος. Ο Τσάβες, όπως και ο Μαδούρο επιχείρησαν την αναδιανομή του πετρελαϊκού πλούτου στα φτωχά κοινωνικά στρώματα, ωστόσο, το πετρέλαιο που θωράκιζε τον πρώτο, αποδείχθηκε η “αχίλλειος πτέρνα” του δεύτερου.
Τα στοιχεία και οι εξελίξεις αποδεικνύουν επίσης, ότι η χώρα δεν κινήθηκε εγκαίρως για την ανάπτυξη άλλων τομέων παραγωγής και εξωστρέφειας, με αποτέλεσμα να καθίσταται υπερβολικά ευάλωτη σε εξωγενείς παράγοντες. Έτσι, μπορεί η οικονομία να καταρρέει επί Μαδούρο, ωστόσο και ο Τσάβες δεν είναι άμοιρος ευθυνών. καθώς είχε να διαχειριστεί την ευμάρεια, ενώ ο διάδοχός του την κρίση και τις εξωτερικές παρεμβάσεις.