Δεν είναι πλέον μυστικό, δεν είναι όμως και είδηση, το πολιτικό ρίσκο είναι πραγματικότητα και απαιτεί ρεαλισμό και σταθερά χέρια για τη σωστή διαχείριση, από την οποία θα μπορούσαν να παραχθούν ακόμα και θετικά αποτελέσματα. Οι αποδόσεις των ομολόγων κινούνται σταθερά πάνω από το 4,15%, η εικόνα απαξίωσης στο Χρηματιστήριο αντικατοπτρίζει την ανανεωμένη κρίση αξιοπιστίας θεσμών, ενώ το σύνολο των παραγόντων αυτών και άλλων, λιγότερο εμφανών, διαμορφώνουν μια ιδιαίτερα αρνητική συγκυρία, η οποία επηρεάζει το κλίμα και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τις επενδύσεις..
Ο κίνδυνος πρόωρων εκλογών, όμως, παραμένει περιορισμένος γι το επόμενο εξάμηνο, καθώς παρά την κυβερνητική κρίση και τις εξελίξεις που αυτή πυροδοτεί, μια τέτοια πρωτοβουλία στερείται πολιτικής λογικής καθώς θα οδηγούσε, με υπό τις παρούσες συνθήκες, σε ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, θα περιέπλεκε τις σχέσεις με εταίρους και συμμάχους και θα δημιουργούσε προϋποθέσεις παρατεταμένης πολιτικής αστάθειας, με προφανείς επιπτώσεις στη γεωπολιτική θέση και την οικονομική ανάπτυξη.
Από την άλλη πλευρά, τα σενάρια πολιτικών εξελίξεων που εξυφαίνονται, εφόσον αποκτήσουν ουσιαστικές βάσεις και οι διαδικασίες εμβαθυνθούν σε κομματικό και κοινωνικό επίπεδο, επ αφορμής των αυτοδιοικητικών εκλογών, θα μπορούσαν να αποτελέσουν παράγοντα υποχώρησης του πολιτικού ρίσκου μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, δημιουργώντας ακόμα ευρύτερη πολιτική βάση για την προώθηση μεταρρυθμίσεων και την υποχώρηση εντάσεων που φορτίζουν αρνητικά την ατμόσφαιρα.
Στο οικονομικό-επιχειρηματικό πεδίο, η υπόθεση Folli Follie αποτελεί χαίνουσα πληγή για την αξιοπιστία θεσμών όπως η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και το Χρηματιστήριο, ενώ η σοβούσα τραπεζική κρίση είναι προφανές ότι δεν αποτελεί νέο, αλλά την ανάδυση ενός εγνωσμένο αλλά υποτιμημένου προβλήματος, το οποίο σε σύμπλεξη με τις πολιτικές εξελίξεις μπορεί να παράξει δονήσεις κλυδωνίζοντας την εύθραυστη οικονομία και απειλώντας την αναπτυξιακή προοπτική.
Η εν εξελίξει κυβερνητική κρίση, που είχε ως αποκορύφωμα -μέχρι στιγμής- την παραίτηση του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, μια ημέρα πριν την ψήφιση αναθεώρησης του Συντάγματος στην πΓΔΜ, αποτελεί ακόμα, για πολλούς, μια αψυχολόγητη ή έστω πολιτικά ακατανόητη ενέργεια, η οποία έχει σίγουρα πολύπλευρες επιπτώσεις, ενώ τροφοδοτεί εξελίξεις και δύναται να αποτελέσει τη θρυαλλίδα ανάφλεξη του πολιτικού σκηνικού.
Κρίση, χωρίς ρίσκο
Μπαράζ δηλώσεων, διαρροές και χτυπήματα κάτω από τη μέση συνθέτουν ένα ιδιαίτερα εύφλεκτο σκηνικό που στήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο και συντηρείται ακόμα, με δημοσιεύματα και διεθνείς παρεμβάσεις να διογκώνουν το ζήτημα δημιουργώντας αδιαμφισβήτητη εικόνα κυβερνητικής κρίσης.
Η κυβερνητική έκρηξη, έρχεται όμως να καλύψει -μιντιακά τουλάχιστον- την επαπειλούμενη τραπεζική κρίση, ενώ το Σκοπιανό επανέρχεται βίαια με όρους ακραίας πόλωσης, αναβιώνοντας τον κίνδυνο πολιτικής αποσταθεροποίησης και διάχυσης της κρίσης στην κοινωνία,.
Η κυβέρνηση έχει περίπου έξι μήνες μπροστά της, πριν έρθει αντιμέτωπη με την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών στο Κοινοβούλιο, χρόνος που θα είναι προαναγγέλλεται πυκνός με αλληλεπικαλυπτόμενες εξελίξεις και κρίσεις.
Παράλληλα, οι εξελίξεις στα εθνικά θέματα που έχουν ήδη προαναγγελθεί, με το Σκοπιανό, το Κυπριακό, την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης και το γεωοικονομικό-ενεργειακό δόγμα της Ανατολικής Μεσογείου, συνθέτουν ένα ιδιαίτερα σύνθετο και πολυπαραγοντικό γεωπολιτικό σκηνικό με έντονες και αισθητές απολήξεις στην εγχώρια πολιτική.
Οι τριπλές κάλπες του Μαΐου, με τις ευρωεκλογές, τις αυτοδιοικητικές και τις περιφερειακές εκλογές αποτελούν το πρώτο ορόσημο για το 2019. Εν συνεχεία, όμως, το ενδιαφέρον θα μεταφερθεί στις εθνικές εκλογές, όπου τα σενάρια, οι δημοσκοπήσεις και οι ανατροπές θα είναι διαρκείς, πυροδοτώντας διαδοχικές εντάσεις.
Συνεπώς, το ασταθές κλίμα και η κορύφωση του πολιτικού ρίσκου, μπορεί να αποτελούν τροχοπέδη για την αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας, καθώς υποσκάπτουν το κλίμα και θέτουν εν αμφιβόλω τις επενδύσεις, ταυτόχρονα όμως οι αντιξοότητες αυτές μπορούν να αναδειχθούν σε μοχλό πίεσης για πολιτική συνεννόηση ή ακόμα και πεδίο προσέγγισης και συγκλίσεων.
Μεσοπρόθεσμα, οι κίνδυνοι παραμένουν περιορισμένοι και ελεγχόμενοι, ενώ δεν πρέπει να υποτιμάται η συμβολή του διεθνούς παράγοντα στη διασφάλισης της πολιτικής σταθερότητας.
Οι βραχυχρόνιες -και σε έξαρση- πολιτικές εντάσεις, δημιουργούν εικόνα που προβληματίζει για την κυβερνησιμότητα, παράλληλα, όμως, βελτιώνουν όμως τις προοπτικές πολιτικής σταθερότητας μεσο-μακροπρόθεσμα, καθώς οδηγούν σε αναδιάταξη του σκηνικού. Η δυναμική αυτή, ενισχύει την προοπτική αποκεντρωμένης ανασυγκρότησης του κεντρώου χώρου και την ανάδειξη διαύλων επικοινωνίας και πολιτικών αντίβαρων, τα οποία σε δεύτερη φάση θα μπορούσαν να παίξουν ρυθμιστικό ρόλο στη διαμόρφωση κυβερνητικών σχημάτων και στη διασφάλιση της προοπτικής.
Όπερ σημαίνει ότι, η αποχώρηση του Νίκου Κοτζιά με επίκληση της διαφωνίας με τον Πάνο Καμμένο και καταγγέλοντας την κυβερνητική διγλωσσία και προαναγγέλοντας δράσεις ενίσχυσης της διαφάνειας στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά με ευρύτερες απολήξεις, σε συνδυασμό με το προαναγγελθέν πολυεπίπεδο άνοιγμα του πρωθυπουργού και του ηγετικού κυβερνητικού κόμματος στο κέντρο και τη Σοσιαλδημοκρατία, δημιουργούν αίσθηση σχεδιασμού.
Ο Κοτζιάς όχημα συγκλίσεων
Η εκπλήρωση, τώρα, αυτή της προοπτικής και η ευόδωση των σεναρίων παραμένει αβέβαια, η όποια αποτίμηση πιθανοτήτων σε αυτό το στάδιο θα ήταν πρώιμη, καθώς οι προπαρασκευαστικές κινήσεις δεν έχουν ακόμα εκδηλωθεί ούτε σε επίπεδο πρωτοβουλιών, ενώ υπάρχει πάντα και ο παράγοντας των αντίρροπων δυνάμεων και των υποδόριων κινήσεων, οι οποίοι δεν επιτρέπουν τη διαμόρφωση ολοκληρωμένης εικόνας.
Το πλαίσιο, πάντως, που σκιαγραφείται από τις μέχρι τώρα κινήσεις, τις δηλώσεις και την προσπάθεια η αποχώρηση του Νίκου Κοτζιά από την κυβέρνηση να μην εξελιχθεί σε κρίση κυβερνητικής αξιοπιστίας και πολιτικής ρήξης εντός της Κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, είναι ενδεικτική της διάθεσης για επίτευξη διαφορετικού τύπου συγκλίσεων σε επόμενο στάδιο των πολιτικών διεργασιών.
Παράλληλα, όπως έχει ήδη επισημάνει το Crisis Monitor, ο Νίκος Κοτζιάς, θέτοντας εαυτόν εκτός κυβέρνησης και εστιάζοντας την κριτική στο πρόσωπο, τη ρητορική και την πρακτική του Πάνου Καμμένου και τηρώντας διακριτές αποστάσεις -σε επίπεδο πολιτικού ρεαλισμού- από τον ΣΥΡΙΖΑ, δείχνει να επιδιώκει τη δημιουργία πλατφόρμας ευρύτερων πολιτικών συγκλίσεων, η οποία με δεδομένους τους ισχυρούς δεσμούς με τον ΣΥΡΙΖΑ, τις σχέσεις εμπιστοσύνης με το Ποτάμι θα μπορούσε να παίξει το ρόλο ρυθμιστή στις επερχόμενες εθνικές εκλογές.
Προς αυτή την κατεύθυνση δείχνουν, άλλωστε, και οι δηλώσεις του Νίκου Κοτζιά, για την ενεργοποίηση του Πράττω στις αυτοδιοικητικές εκλογές, με στόχο την προώθηση της κουλτούρας συνεργασιών, τάση την οποία έχει θέσει ως πολιτική κατεύθυνση και ο Αλέξης Τσίπρας και την έχει αποδεχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η διακηρυγμένη δυσαρέσκεια του ΣΥΡΙΖΑ προς τον Πάνο Καμμένο, καθιστά το κόμμα πιο ανοιχτό σε πρωτοβουλίες από τον χώρο του κέντρου, ενώ η κινητικότητα του Νίκου Κοτζιά, που δεν αποκλίνει από τις διακηρύξεις του Αλέξη Τσίπρα, αποτελούν ενδείξεις ευρύτερης προσπάθειας οικοδόμησης και περιχαράκωσης του χώρου του κέντρου και προεγκατάστασης διαύλων πολιτικής συνεννόησης με τον ΣΥΡΙΖΑ.