Στοιχεία-σοκ που αναδεικνύουν την οξύτητα του δημογραφικού προβλήματος της Ελλάδας, σκιαγραφώντας ένα ζοφερό μέλλον, καθώς η γήρανση του πληθυσμού επιταχύνεται, οι γεννήσεις μειώνονται και οι θάνατοι αυξάνονται, ασκώντας πολύπλευρη πίεση στο ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας.
Μικροσκοπικά, όμως η ταυτόχρονη μείωση γεννήσεων και αύξηση των θανάτων έχει θετική επίδραση στα δημοσιονομικά, καθώς βελτιώνεται η αναλογία ενεργών προς συνταξιούχους, παρά τις προφανείς επιπλοκές που παρουσιάζονται.
Μακροσκοπικά, όμως η διεύρυνση του gap θανάτων γεννήσεων δημιουργεί δυσαναπλήρωτο κενό, καταδεικνύοντας το εγγενές του προβλήματος και προδιαγράφοντας δύσκολες μέρες και το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ το 2017 καταγράφηκαν 88.553 γεννήσεις (45.686 αγόρια και 42.867 κορίτσια) στην Ελλάδα, μειωμένες κατά 4,7% σε σχέση με το 2016 που ήταν 92.898 (47.882 αγόρια και 45.016 κορίτσια).
Στις γεννήσεις δεν συμπεριλαμβάνονται οι γεννήσεις νεκρών βρεφών, οι οποίες κατά το 2017 ανήλθαν σε 363, αυξημένες κατά 7,1 % σε σχέση με το 2016 που ήταν 339.
Οι θάνατοι, κατά το 2017, παρουσίασαν αύξηση κατά 4,8% και ανήλθαν σε 124.501 (63.168 άνδρες και 61.333 γυναίκες) έναντι 118.792 (60.526 άνδρες και 58.266 γυναίκες) το 2016.
Οι θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του ενός έτους ανήλθαν σε 306 μειώνοντας τον δείκτη βρεφικής θνησιμότητας (θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανά 1.000 γεννήσεις ζώντων) σε 3,5 έναντι 4,2 το 2016.
Οι γάμοι το 2017 ανήλθαν σε 50.138 (24.975 θρησκευτικοί και 25.163 πολιτικοί) παρουσιάζοντας αύξηση κατά 1,0% σε σχέση με το 2016 κατά το οποίο είχαν πραγματοποιηθεί 49.632 γάμοι (23.778 θρησκευτικοί και 25.854 πολιτικοί).
Τα σύμφωνα συμβίωσης το 2017 ανήλθαν σε 4.921, αυξημένα κατά 29,5% έναντι του 2016 που ήταν 3.799, ενώ στα σύμφωνα συμβίωσης του 2017 περιλαμβάνονται 94 μεταξύ ανδρών και 40 μεταξύ γυναικών.