Κινήσεις που συνιστούν σκλήρυνση της στάσης της Αθήνας απέναντι στη Μόσχα και επιδείνωση των διμερών σχέσεων, τη στιγμή που προετοιμάζεται η συνάντηση Πούτιν-Τσίπρα, φαίνεται να έχει δρομολογήσει το υπουργείο Εξωτερικών, καθώς όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της “Καθημερινής” έχει αποφασιστεί η απέλαση δύο Ρώσων διπλωματών και η απαγόρευση εισόδου στη χώρα άλλων δύο.
Η κίνηση της ελληνικής κυβέρνησης, όμως, ξεσκεπάζει ολόκληρο το δίκτυο που είχαν αναπτύξει οι Ρώσοι διπλωμάτες, θέτοντας υπό αυστηρή επιτήρηση και άλλες αντίστοιχες πρωτοβουλίες που ενδεχομένως να μην βρίσκονται σε τόσο προχωρημένο στάδιο ή κρίθηκε σκόπιμο να μην εκτεθούν, εφόσον λάβουν το μήνυμα και αναδιπλωθούν. Παράλληλα, σε εξέλιξη βρίσκονται επιχειρήσεις για την εξάρθρωση πολύπλοκων δικτύων που διαθέτουν επιχειρηματικούς, μιντιακούς και πολιτικούς βραχίονες καθώς και ακροδεξιές προεκτάσεις.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στο δημοσίευμα γίνεται λόγος για σχέσεις με το Άγιο Όρος καθώς και την προσπάθεια απόκτησης επιρροής σε Μητροπόλεις και Δήμους, καθώς αν αυτά συσχετιστούν με τα συλλαλητήρια για το Σκοπιανό, τότε προσδιορίζεται με αρκετά μεγάλη σαφήνεια το δίκτυο που διαμορφώθηκε.
Επαγωγικά θα μπορούσαν να συνδεθούν και οι εξελίξεις στην κεντρική πολιτική σκηνή, οι οποίες φαίνεται να έχουν εφαλτήριο στη δυσαρέσκεια που αναπτύχθηκε και τροφοδοτήθηκε στην ευρύτερη περιφέρεια της Μακεδονίας και εν γένει στη Βόρεια Ελλάδα.
Όπως αναφέρεται στο σχετικό δημοσίευμα, που επικαλείται υψηλόβαθμες διπλωματικές πηγές, οι διπλωμάτες φέρονται να κατηγορούνται για παράνομες ενέργειες κατά της εθνικής ασφάλειας, ενώ επισημαίνεται ότι τα μέτρα που λαμβάνονται από την ελληνική κυβέρνηση αποτελούν απάντηση σε παράνομες ενέργειες εντός της ελληνικής επικράτειας, οι οποίες συνιστούν παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας. Ανάμεσα στις κατηγορίες που απευθύνει η Αθήνα προς τους διπλωμάτες είναι οι απόπειρες αλίευσης και διακίνησης πληροφοριών και χρηματισμού κρατικών λειτουργών. Η συγκεκριμένη υπόθεση φέρνει στην επιφάνεια μια υπόγεια ένταση που φαίνεται να υπάρχει ανάμεσα σε Αθήνα και Μόσχα, τα τελευταία δύο χρόνια, για λόγους οι οποίοι συνδέονται και με το γενικότερο περιβάλλον ασφαλείας στην ευρύτερη περιοχή.
Το Crisis Monitor έχει εγκαίρως επισημάνει την υποδόρια αλλά κλιμακούμενη ένταση στις σχέσεις Αθήνας-Μόσχας, καθώς η Ελλάδα αναλαμβάνοντας ενεργό ρόλο στην επίλυση του Σκοπιανού ανατρέπει την ισορροπία δυνάμεων που είχε επιτύχει η Ρωσία στα Βαλκάνια. Το Κρεμλίνο δεν φαίνεται διατεθειμένο να επιτρέψει την αμαχητί την επέκταση του NATO και της ΕΕ στα δυτικά Βαλκάνια, ιδιαίτερα τη στιγμή που η βορειοατλαντική συμμαχία απαξιώνεται από τον πρόεδρο των ΗΠΑ και δημιουργείται περιθώριο διαπραγμάτευσης για νέες δομές στην περιοχή.
Η Ρωσία, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες, αναζητά παραδοσιακά τους πιο αδύναμους πολιτικά και επιχειρηματικά κύκλους, τους οποίους χρησιμοποιοεί ως “αναλώσιμους”, σε τέτοιες επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα εξαιρεί -εκτός αν πρόκειται για μετωπική σύγκρουση, εδραιωμένες και μακροχρόνιες σχέσεις από τέτοιου είδους μάχες επιρροής και επιχειρήσεις υπονόμευσης.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, η πρωτοβουλία της Αθήνας δεν αποτελεί «κεραυνό εν αιθρία», αλλά έρχεται ως απάντηση μετά μια σειρά από συντονισμένες κινήσεις προσπάθειας επέκτασης της ρωσικής επιρροής στην Ελλάδα. Διπλωματικές πηγές εντάσσουν σε αυτές τη δραστηριότητα διαφόρων κύκλων ρωσικών συμφερόντων, όπως η Αυτοκρατορική Ορθόδοξη Παλαιστινιακή Eνωση. Η αντίδραση της Αθήνας αποτελεί, μεταξύ άλλων, ένα μήνυμα προς τη Μόσχα και για όλες αυτές τις δραστηριότητες.
Άμεση ήταν η αντίδραση της Μόσχας, η οποία αναφέρει ότι «θα υπάρξει απάντηση στην απέλαση από την Ελλάδα των Ρώσων διπλωματών με τον ίδιο τρόπο», όπως αναφέρουν το Reuters και το Interfax, τηρώντας δηλαδή την αρχή της αναλογικότητας της αντίδρασης.
Ωστόσο, το επίπεδο των διμερών σχέσεων θα επαναξιολογηθεί στην πρόοδο της διαδικασίας προετοιμασίας της συνάντησης του Αλέξη Τσίπρα με τον Βλάντιμιρ Πούτιν αλλά και στη βάση των αποτελεσμάτων της Συνόδου των ηγετών ΗΠΑ και Ρωσίας που είναι προγραμματισμένη για τις 16 Ιουλίου.
Σε μια προσπάθεια να σωθούν τα προσχήματα και να δοθεί η δυνατότητα στη Μόσχα να αναθεωρήσει τη στρατηγική της, επί ελληνικού εδάφους, διπλωματικές πηγές τονίζουν στην Καθημερινή ότι η απόφαση της Αθήνας συνδέεται αποκλειστικά με τη δράση των συγκεκριμένων τεσσάρων ατόμων και όχι με τη γενικότερη καλή διάθεση της Ελλάδας έναντι της Ρωσίας, υπογραμμίζοντας πως, με δεδομένο ότι οι συγκεκριμένοι τέσσερις Ρώσοι πολίτες προκάλεσαν πλήγματα στις –γενικά– καλές ελληνορωσικές σχέσεις, οποιεσδήποτε «απαντητικές» αντιδράσεις εκ μέρους της ρωσικής πλευράς θα είναι «στείρες» και θα οδηγήσουν σε περαιτέρω υποτροπή. Κατέληγαν, μάλιστα, λέγοντας ότι κανένα μέλος των διπλωματικών και προξενικών αποστολών της Ελλάδας στη Ρωσία δεν έχει κινηθεί εκτός των πλαισίων των καθηκόντων του. Αντιθέτως, όλοι ανεξαιρέτως ασκούν τα καθήκοντά τους αυστηρά στο πλαίσιο της αποστολής τους στη Ρωσία.
Το σκηνικό της έντασης
Οι προσπάθειες παρέμβασης της Ρωσίας στο εσωτερικό σκηνικό της Ελλάδας ήταν αναμενόμενες, ενώ ακόμα εκτιμάται ότι δεν έχουν κλιμακωθεί, καθώς το Κρεμλίνο διαθέτει εγνωσμένες αλλά και λιγότερο εμφανείς διασυνδέσεις με επιχειρηματικούς φορείς και παράγοντες των media που σε πολλές περιπτώσεις έχουν αναπτύξει αποσταθεροποιητική δράση, πλαγιοκοπώντας της κυβέρνηση. Στη φως των νέων δεδομένων όμως, δημοσιεύματα, δημοσκοπήσεις και πολιτικές εξελίξεις επιδέχονται νέων προσεγγίσεων και διασταλτικής αξιολόγησης ως προς τα κίνητρα, τους στόχους και τους απώτερους σκοπούς.
Οι εξελίξεις αυτές συμπίπτουν με την έντονη κινητικότητας στην ακροδεξιά, από τη μια με τη συλλογή υπογραφών για δημοψήφισμα στο Σκοπιανό από τον Φράγκο Φραγκούλη και από την άλλη με την ανακοίνωση νέου κόμματος από τον Δημήτρη Καμμένο και τον Παναγιώτη Μπαλτάκο.
Στο στόχαστρο, όμως και μικρότεροι και φαινομενικά μεμονωμένοι σχηματισμοί ομάδων με δραστηριότητα στα social media, καθώς στις κατηγορίες που αποδίδονται στους Ρώσους διπλωμάτες είναι, μεταξύ άλλων, και η διασπορά ψευδών ειδήσεων.
Από το σκηνικό που δημιουργείται όμως δεν μπορεί να εξαιρεθεί η προβοκάτσια του πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγής, Κωνσταντίνου Μπαρμαρούση, ο οποίος κατηγορείται πλέον για εσχάτη προδοσία, ούτε και η προσπάθεια ανάπτυξης ένοπλης τρομοκρατικής δράσης από ακροδεξιές οργανώσεις με αφορμή το Σκοπιανό.
Απολήξεις αυτών των δραστηριοτήτων έχουν εντοπιστεί και σε εκκλησιαστικούς παράγοντες, χωρίς ωστόσο να έχει υπάρξει σχετική κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού, τουλάχιστον για την ώρα.