Όλα έγιναν βάσει σχεδίου στο G7: Ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν ο εαυτός του, έκανε ό, τι ήθελε από την πρώτη ημέρα, ο Πούτιν απών έτριβε τα χέρια του και οι υπόλοιποι έξι που ήταν παρόντες πείστηκαν ότι οι ΗΠΑ υλοποιούν ενεργητική πολιτική ανατροπής του διεθνούς status quo.
Στη σκιά της κρίσης που προκάλεσαν στις σχέσεις ΗΠΑ και ΕΕ οι διαδοχικές πρωτοβουλίες του Ντόναλντ Τραμπα να υπαναχωρήσει από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την Ευρώπη, το Μεξικό, τον Καναδά και άλλες χώρες, διεξήχθη η σύνοδος των G7.
Τον τόνο είχε επιχειρήσει να δώσει με δηλώσεις του λίγο πριν την έναρξη της Συνόδου των επτά πλέον βιομηχανικά ανεπτυγμένων χωρών, λέγοντας ότι η “εκμετάλλευση των ΗΠΑ θα σταματήσει”, ενώ είχε χαρακτηρίσει αναγκαία την επανεισδοχή της Ρωσίας.
Τα διεθνή και ελληνικά media ανέδειξαν με μεγάλη σπουδή τη σημειολογία της παρουσίας Τραμπ, τη συμπεριφορά του, τις αντιδράσεις εταίρων, συμμάχων και οργανισμών και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ δυναμίτισε το κλίμα, με τους υπόλοιπους έξι να κάνουν λόγο για “διαφορετικές προσεγγίσεις” με τις ΗΠΑ επί του κοινού ανακοινωθέντος.
Στην πραγματικότητα η κατάσταση ήταν ελαφρώς καλύτερη από αυτή που ανέμεναν τα media καθώς δεν υπήρξε άμεση αντιπαράθεση σε κανένα επίπεδο, γεγονός που υποδηλώνει έντονες παρασκηνιακές διεργασίες.
Όπως τίποτα απ΄όλα αυτά δεν ήταν απρόσμενο, ακόμη και η προσπάθεια να τηρηθούν χαμηλοί τόνοι δεν είναι τίποτα άλλο παρά προσπάθεια να ελεγχθεί ο ρυθμός που επιχειρεί να επιβάλλει ο Ντόναλντ Τραμπ. Οι έξι χώρες του G7 συμφώνησαν ότι δεν θα συρθούν σε δημόσια αντιπαράθεση με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Την ίδια στιγμή όμως, καθώς το ρήγμα ΕΕ-ΗΠΑ μεγαλώνει, ο Βλάντιμιρ Πούτιν ωφελείται καθώς η οικοδόμηση νέας σχέσης με ευρωπαϊκή πρωτοβουλία φαίνεται μονόδρομος.
Το G7 πέτυχε να σώσει τα προσχήματα με την έκδοση κοινού ανακοινωθέντος, όπως ανακοίνωσε η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ, η οποία δήλωσε ότι οι ηγέτες συμφώνησαν σε μια κοινή θέση για το εμπόριο, αν και οι διαφορές παραμένουν, ενώ και από το Μέγαρο των Ηλυσίων δηλωνόταν νωρίτερα ότι υπάρχει «ισχυρή πιθανότητα» οι 7 να υπογράψουν ένα κοινό ανακοινωθέν.
«Ξεκινώ από την αρχή ότι θα έχουμε ένα κοινό κείμενο για το εμπόριο»,
δήλωσε η καγκελάριος σε συνέντευξη Τύπου στη Λα Μαλμπέ.
«Όμως αυτό δεν λύνει τα προβλήματα στη λεπτομέρεια. Έχουμε διαφορετικές αντιλήψεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες»
πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας πως δεν θα επιλυθούν με ένα ανακοινωθέν.
Η κα Μέρκελ δεν αναφέρθηκε σε λεπτομέρειες για το περιεχόμενο του τελικού ανακοινωθέντος, όμως είπε ότι θα υπάρξει πράγματι μια κοινή δήλωση.
Το κείμενο αυτό, το οποίο είναι παραδοσιακά η κατάληξη κάθε συνόδου κορυφής της G7, θα διακρίνεται, αντίθετα, από την αμερικανική εξαίρεση για τα περιβαλλοντικά και κλιματολογικά θέματα, σε ένα σχήμα «6+1» όπως και σε προηγούμενες διεθνείς συναντήσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όσον αφορά τη ρύπανση των ωκεανών με πλαστικά, η Μέρκελ ανακοίνωσε πως οι έξι ηγέτες θα δεσμευθούν να ανακυκλώνουν το σύνολο των πλαστικών των χωρών τους έως το έτος 2030.
Νωρίτερα και από το Μέγαρο των Ηλυσίων δηλωνόταν ότι υπάρχει «ισχυρή πιθανότητα» οι 7 να υπογράψουν ένα κοινό ανακοινωθέν.
Όμως το κείμενο δεν θα περιλαμβάνει ομοφωνία των μερών στον τομέα του κλίματος, του περιβάλλοντος και της μόλυνσης των ωκεανών από πλαστικό, αφού οι Ηνωμένες Πολιτείες ακολουθούν μοναχικό δρόμο στα θέματα αυτά.
Για το εμπόριο, οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται για μια συμβιβαστική διατύπωση που θα καλεί για τον εκσυγχρονισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, προκειμένου να ικανοποιηθεί η αμερικανική αντιπροσωπεία, που αρνείται «οποιαδήποτε διατύπωση η οποία μπορεί να αφήνει να εννοηθεί μια ενίσχυση του πολυμερούς συστήματος και του ΠΟΕ».
Σύμφωνα με τη γαλλική αντιπροσωπεία, στο κείμενο μπορεί να αναγνωρίζεται πως «ένα διεθνές πλαίσιο στη βάση κοινών κανόνων είναι επωφελές για όλους, παρά ένα μονομερές διάβημα το οποίο δεν δημιουργεί καταστάσεις όπου όλοι κερδίζουν».
Η σύνοδος κορυφής τελειώνει το απόγευμα του Σαββάτου. Ο Αμερικανός πρόεδρος αναχώρησε πριν τελειώσει προκειμένου να μεταβεί στη Σιγκαπούρη όπου την Τρίτη αναμένεται να συναντήσει τον Βορειοκορεάτη ηγέτη Κιμ Γιονγκ Ουν.