Δέσμιος των media, της πλειοδοσίας εθνικισμού και του κλίματος πόλωσης που έχει δημιουργηθεί φαίνεται ότι είναι ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν καθώς, τα πρώτα -κρίσιμα- 24ωρα μετά τη Σύνοδο της Βάρνας με την ΕΕ, η κυβέρνησή του εμφανίζεται αμήχανη, παλινδρομεί και δεν μπορεί να εκπέμψει ξεκάθαρο μήνυμα, προκαλώντας προβληματισμό στην ελληνική πλευρά και ανησυχία για ενδεχόμενη νέα κρίση -ακόμα και θερμό επεισόδιο- ως διέξοδο για την απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
Σε διπλωματικό επίπεδο οι ενδείξεις από τη ρητορική του Ταγίπ Ερντογάν στη Βάρνα είναι θετικές, καθώς απέφυγε να θέσει δημοσίως θέματα που θα δυσχεράνουν τη συνεννόηση, ενώ διατήρησε τις θέσεις του στα ανοιχτά μέτωπα. Η αίσθηση που έδωσε ο Τούρκος πρόεδρος ήταν αυτή της βήμα, βήμα προσέγγισης, αναγνωρίζοντας την αποφυλάκιση των δύο Ελλήνων ως το πρώτο βήμα στο πλαίσιο των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
Πολιτικά όμως, το σενάριο αυτό δεν περνάει εύκολα στην κοινή γνώμη και στο πολιτικό σκηνικό της Τουρκίας. Συνεπώς ο Ταγίπ Ερντογάν θα αναγκαστεί είτε να δημιουργήσει μια νέα κρίση, ως προπέτασμα καπνού, για να μπορέσει να υπαναχωρήσει, είτε να κλιμακώσει ρητορικά σε επίπεδο που θα εκτραπεί η προσοχή.
Οι εξελίξεις στην υπόθεση των δύο Ελλήνων
Στο θέμα των δύο στρατιωτικών, το δικαστήριο που απέρριψε χθες το αίτημα αποφυλάκισης, σύμφωνα με τουρκικά μέσα ενημέρωσης, τους χαρακτήρισε ύποπτους φυγής, στάση που δεν αποτελεί επιδείνωση, καθώς επαναλαμβάνει την προηγούμενη απόφαση. Η ελληνική πλευρά αναμένει να δει την τύχη που θα έχει η έφεση, την οποία κατέθεσαν οι δικηγόροι των δύο στρατιωτικών, ωστόσο τηρούνται ιδιαίτερα χαμηλοί τόνοι και μεταδίδεται κλίμα απαισιοδοξίας.
Η αναπαραγωγή δημοσιευμάτων τουρκικών media με αντίστοιχους εθνικιστικούς τόνους από τα ελληνικά δρα επίσης εμπρηστικά στην ήδη τεταμένη κατάσταση, καθώς δημιουργεί πρόσθετη κοινωνική πίεση στην κυβέρνηση. Το κλίμα επιδεινώνεται από άστοχες πολιτικά και επικίνδυνες εθνικά παρεμβάσεις βουλευτών που προάγουν σενάρια και κάνουν δημόσια προτάσεις ανταλλαγής κρατουμένων, κινήσεις που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαν να εκληφθούν ως μήνυμα από την Τουρκία και να περιπλέξουν έτι περαιτέρω το πρόβλημα.
Η έως τώρα στάση της τουρκικής Δικαιοσύνης επιτρέπει χώρο για πολιτικούς χειρισμούς καθώς δεν έχει απαγγελθεί κατηγορητήριο που σημαίνει ότι οι δύο Έλληνες μπορεί ανά πάσα στιγμή να αφεθούν ελεύθεροι.
Οι χειρισμοί Ερντογάν
Την ελληνική πλευρά προβληματίζει η διαρροή της συζήτησης στο αεροπλάνο του Τούρκου προέδρου, κατά την επιστροφή από τη Βάρνα, στην οποία ο Ταγίπ Ερντογάν φέρεται να επιχειρεί να συσχετίσει την υπόθεση των δύο Ελλήνων με αυτή των 8 Τούρκων, αποτελεί μήνυμα ή προσπάθεια να κινηθεί σε διμερές επίπεδο χρησιμοποιώντας τα media ως αγγελιοφόρο.
Εδώ εγείρεται ζήτημα ακροατηρίου, καθώς αν στόχος ήταν το διεθνές και ελληνικό κοινό ο Ταγίπ Ερντογάν θα διέρρεε τη συζήτηση μέσω του Anadolu, αντιθέτως επέλεξε εφημερίδες και το ΚΥΠΕ, παίζοντας πιο πολύ με τον παράγοντα ψυχολογία.
Ο Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση εσωτερικά καθώς η τακτική της αντιπολίτευσης εστιάζει στην αποδυνάμωση του εθνικιστικού του προφίλ σε κάθε κίνηση προσέγγισης με την ΕΕ, καθώς ο Κεμάλ Κιλιτσάρογλου δεν επενδύει μόνο στις υπαναχωρήσεις που ενδεχομένως να κάνει ο Ταγίπ Ερντογάν αλλά πλειοδοτεί εθνικιστικά, αμφισβητώντας νησιά, διεθνείς συνθήκες και υιοθετώντας ανερυθρίαστα τη γραμμή των Γκρίζων Λύκων απέναντι στην Ελλάδα.
Με τον τρόπο αυτό ο Κιλιντσάρογλου δημιουργεί σοβαρό πολιτικό κόστος στον Ταγίπ Ερντογάν όταν προσπαθεί να προσεγγίσει την ΕΕ, ενώ τον αναγκάζει να γίνει εμπρηστικός και προκλητικός απέναντι σε εταίρους και συμμάχους για να διατηρήσει τις εσωτερικές πολιτικές του συμμαχίες. Η στρατηγική αυτή, δεν ενισχύει την αντιπολίτευση, η οποία λόγω της φυσιογνωμίας του Κιλιντσάρογλου και των θρησκευτικών του χαρακτηριστικών έχει περιορισμένη απήχηση, αποδυναμώνει όμως τον Ταγίπ Ερντογάν, δημιουργεί έντονο προβληματισμό στο εξωτερικό και ευνοεί το σενάριο της κονιορτοποίησης του πολιτικού σκηνικού.