Την απαραίτητη κοινωνική ώθηση που χρειαζόταν για να ανοίξει η διαδικασία ουσιαστικής ρύθμισης των κοινωνικών δικτύων, παρά τις σθεναρές αντιδράσεις, έδωσε -όπως φαίνεται- το σκάνδαλο Facebook-Analytica, προσθέτοντας μια ακόμη δυσλειτουργία των κοινωνικών δικτύων η οποία πλήττει όχι μόνο την ιδιωτικότητα αλλά απειλεί ευθέως τη δημοκρατική λειτουργία.
Η κατάχρηση στοιχείων του Facebook, εν γνώσει, εν αγνοία ή λόγω αμέλειας της διοίκησης και αδυναμίας των δομών της εταιρίας από τρίτα μέλη με στόχο τον επηρεασμό του πολιτικού αποτελέσματος στις εκλογές των ΗΠΑ, αποτελεί μείζονα υπόθεση, όχι όμως την μόνη ή την πιο σημαντική. Σε κάθε περίπτωση, η χρήση προσωπικών δεδομένων για την ανάλυση συνηθειών και την πολιτική στόχευση μπορεί να έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Αν όμως σε αυτά προστεθούν τα fake news, η διακίνηση των οποίων μέσω των κοινωνικών δικτύων και δη του Facebook πολλαπλασιάζει εκθετικά την επιρροή τους, συντελώντας καθοριστικά -πλέον- στη δυνατότητα επηρεασμού της κοινής γνώμης, τότε η διοίκηση της εταιρίας αντιμετωπίζει σοβαρό νομικό ζήτημα στις ΗΠΑ.
Συνεπώς, αν και κάθε κίνηση απομονωμένα μπορεί να αντιμετωπιστεί ως παράλειψη, ή τυχαίο γεγονός ο συνδυασμός όλων των δράσεων του επιτελείου του Ντόναλντ Τραμπ συντείνει στον σχεδιασμό και εκτέλεση οργανωμένου σχεδίου προσδιορισμού, στόχευσης και με συγκεκριμένα μέσα παραπλάνησης των ψηφοφόρων με σκοπό την ανάληψη της προεδρίας.
Με δεδομένο ότι η έρευνα του FBI για την εμπλοκή της Ρωσίας, εστιάζει στη μέσω τρίτων προσπάθεια επηρεασμού, το Facebook και ενδεχομένως και άλλα κοινωνικά δίκτυα, sites, πρόσωπα και εταιρίες ίσως αποδειχθούν συνεργοί σε αυτή την προσπάθεια, αντιμετωπίζοντας ενδεχομένως διώξεις.
Αν τώρα αποδειχθεί η εμπλοκή της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές τότε διαμορφώνεται ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο σκηνικό το οποίο μπορεί να παράξει αλυσιδωτές εκρήξεις.
Πλέον, μετά μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου Facebook-Analytica-Τραμπ έχει δημιουργηθεί ένα κίνημα αποχώρησης από το Facebook, ωστόσο, η αποχώρηση δεν σημαίνει και την εξαφάνιση του ψηφιακού ίχνους ή ακόμα και των προγενέστερων στοιχείων που είχαν συλλεχθεί.
Το τοπίο παραμένει ιδιαίτερα θολό για τα δικαιώματα του χρήστη που αποχωρεί, καθώς η παγκόσμια παρουσία του Facebook τόσο απευθείας όσο και μέσω πολλών ακόμα εφαρμογών, οι οποίες υποστηρίζουν τη μεταξύ τους διαλειτουργικότητα, διαμορφώνουν έναν ιδιαίτερα ασφυκτικό κλοιό για τον χρήστη που θέλει να φύγει, να ξεχαστεί, να περιορίσει το ίχνος της online παρουσίας του.
Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ έχουν κάνει βήματα στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της ασφάλειας των χρηστών, τον έλεγχο της διακίνησης προσωπικών δεδομένων και την εισαγωγή εχέγγυων για την προστασία του τελικού χρήστη. Ο στόχος όμως παραμένει θολός, τα νομικά εργαλεία περιορισμένα και η δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου ανύπαρκτη.
Από τη δημιουργία του στην αίθουσα του Πανεπιστημίου Harvard από τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ το 2004, ο γίγαντας των κοινωνικών μέσων ενημέρωσης έχει επεκτείνει την εμβέλειά του στον ψηφιακό κόσμο. Η παγκόσμια εμβέλειά του καθιστά πλέον σχεδόν αδύνατο για τους ανθρώπους να ξεφύγουν εντελώς από μια online αυτοκρατορία που έχει κάνει το Facebook μία από τις πλουσιότερες – και με τεράστια πολιτική επιρροή- εταιρίες στον κόσμο.
Η κατάργηση της εφαρμογής Facebook από το smartphone -ή ακόμα και η διαγραφή του προφίλ στα κοινωνικά δίκτυα με- μπορεί να δίνει την αίσθηση κάθαρσης για εκείνους που δεν τους αρέσει η ιδέα των προσωπικών τους φωτογραφιών, μηνυμάτων και “likes” να μοιράζονται χωρίς τη γνώση τους, δεν αποτελεί όμως λύση που εξαλείφει το ψηφιακό ίχνος, ενώ παράλληλα περιορίζει τις διαδικτυακές δυνατότητες του χρήστη.
Αυτό συμβαίνει επειδή η παγκόσμια εμβέλεια της εταιρίας δεν εξαρτάται πλέον από το Facebook. Τα τελευταία χρόνια η εταιρία έχει κατασκευάσει (ή αποκτήσει) σταθερές άλλες εφαρμογές για smartphones, όπως το Instagram και το Facebook Messenger, οι οποίες έχουν καταστεί μέρος της de facto ψηφιακής υποδομής της διαδικτυακής ζωής πολλών ανθρώπων.
Η λογική της εταιρείας; Καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι προστέθηκαν στο Facebook (ένας στους τρεις ανθρώπους χρησιμοποιεί online την πλατφόρμα), έπρεπε να διαφοροποιηθεί σε άλλες υπηρεσίες ή να χάσει το τρένο της εξέλιξης.
Παρά τον μεγάλο ντόρο και την βουτιά της μετοχής του Facebook που εξανέμισε 50 δισ. από την κεφαλαιοποίησή του Facebook, το εν λόγω σκάνδαλο θεωρείται πολύ δύσκολο να ταρακουνήσει την κοσμοκρατορία του Μαρκ Ζούκερμπέργκ, καθώς η λογική της δημιουργίας σχέσης εξάρτησης μεταξύ των πλατφορμών του κοινωνικού δικτύου αναγκάζει ακόμα και τους δυσαρεστημένους χρήστες να έρχονται σε επαφή μαζί του, έστω και εκουσίως.
Αυτή η στρατηγική έχει αποδώσει. Το Facebook κατέχει πλέον τρεις από τις 10 πιο δημοφιλείς εφαρμογές, σύμφωνα με την comScore. Και αυτές οι άλλες ψηφιακές υπηρεσίες συγκεντρώνουν επίσης τις ψηφιακές πληροφορίες των ανθρώπων για να τροφοδοτήσουν την εξαιρετικά κερδοφόρα διαφημιστική δραστηριότητα της εταιρίας, καθιστώντας δύσκολη – αν όχι αδύνατη – την πλήρη απομάκρυνση από την ψηφιακή αυτοκρατορία του Ζούκερμπεργκ.
Στη μέγγενη αλλά χωρίς… αποτέλεσμα
Ενώ οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές μπλόκαραν τη συλλογή δεδομένων από το Facebook για τους χρήστες του WhatsApp, που είναι επίσης εταιρία του ομίλου, το κοινωνικό δίκτυο συνέχισε να επεκτείνει την επιρροή του στον ιστό αφού πρόσφατα ανακοίνωσε ότι αγόρασε την TBH -ένα κοινωνικό δίκτυο που χρησιμοποιείται κυρίως από εφήβους.
Η επιρροή όμως είναι πολύ μεγαλύτερη αν συνυπολογιστούν τα κουμπιά Like και Share καθώς και το save on FB που χρησιμοποιούνται από δεκάδες εκατομμύρια ιστοσελίδες παγκοσμίως. Αν και ο στόχος ήταν η διευκόλυνση της κοινής χρήσης του περιεχομένου των sites με φίλους μέσω του Facebook, το αποτέλεσμα είναι κάθε κίνηση να καταγράφεται και να προστίθεται στο προφίλ του χρήστη, παρέχοντας, ενδεχομένως σε εταιρίες όπως η Cambridge Analytica τη δυνατότητα όχι μόνο να μάθουν αλλά να μανιπουλάρουν τον χρήστη ή ακόμα και ομάδες χρηστών.
Ακτιβιστές και δικαστήρια στην ΕΕ εξέφρασαν ανησυχίες ότι οι συμφωνίες αυτές επιτρέπουν επίσης στο Facebook να συλλέγει αδιάκριτα δεδομένα τόσο για τους χρήστες όσο και για τους μη χρήστες, κατηγορίες που η εταιρία αρνείται.
Η εμβέλεια του κοινωνικού δικτύου πέρα
Από το 2014, το Facebook δημιούργησε επίσης ένα ιδιαίτερα προσοδοφόρο ψηφιακό διαφημιστικό δίκτυο που επεκτείνει τις εκστρατείες από την πλατφόρμα στο υπόλοιπο διαδίκτυο. Πολλές από τις διαφημίσεις που προβάλλονται online, για παράδειγμα, προέρχονται από την πλατφόρμα από το Facebook, ακόμα και όταν είστε σε sites έξω από αυτό.
Περίπου 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο βλέπουν τακτικά αυτές τις διαφημίσεις που παράγονται από το Facebook κάθε φορά που πραγματοποιούν σερφάρισμα στο διαδίκτυο, σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρίας.
Η έκταση, οι χρήσεις και η εμπλοκή του στην καθημερινότητα των χρηστών καθιστούν το Facebook, όπως και τη Google, de facto παράγοντες της ζωής των πολιτών, γεγονός που πλέον καλεί για τη ρύθμισή τους και τη διαμόρφωση ορίων που θα ενισχύσουν την προστασία των χρηστών αλλά και της ίδιας της Δημοκρατίας η οποία είναι έρμαιο μπροστά σε εταιρίες μεγαθήρια που όχι μόνο έχουν τη δυνατότητα να κατευθύνουν την κοινή γνώμη, έχουν τα μέσα, τον τρόπο και όπως φαίνεται πολύ εύκολα μπορούν να αποκτήσουν το κίνητρο για να το πράξουν.
Τη στιγμή που οι εκλεγμένες κυβερνήσεις λογοδοτούν στους πολίτες, στη Δικαιοσύνη και τα δικαστήρια επίσης είναι αναγκασμένα να δημοσιεύουν το σκεπτικό των αποφάσεών τους, το Facebook που αλληλεπιδρά καθοριστικά με τις ζωές δισεκατομμυρίων ανθρώπων διέπεται από ελλιπή ή και καμία νομοθεσία.
Υπ αυτό το πρίσμα οι αρχές είναι πλέον αναγκασμένες όχι μόνο να ρυθμίσουν το Facebook και τα κοινωνικά δίκτυα αλλά να κάνουν πολλά βήματα παραπέρα εξετάζοντας ακόμη και τη διάσπασή τους, τον διαχωρισμό των εταιριών κατοχής και διαχείρισης δεδομένων, των εμπορικών από τις καθημερινές δραστηριότητες και εισάγοντας νέες διαδικασίες ελέγχου και λογοδοσίας για τέτοιου είδους και μεγέθους εταιρίες.