Σε πλήρη αναδιάταξη οδηγείται πλέον το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα με σημείο αναφοράς τα εθνικά θέματα,ενώ τα σκάνδαλα ανάγονται σε ρυθμιστές του πολιτικού προφίλ των κομμάτων, ιδιαίτερα, δε, της αντιπολίτευσης, αναγκάζοντας τους πολιτικούς αρχηγούς σε λιφτινγκ της μιντιακής παρουσίας τους.
Με το σκάνδαλο Novartis, που κινείται με στοιχεία του FBI, να κυριαρχεί και το δεύτερο της δωροδοκίας πολιτικών και κομμάτων για τα έργα του Μετρό 2003-2007 να αναδύεται, μετά από έρευνες των γερμανικών αρχών, η αλλαγή της πολιτικής και επικοινωνιακής ατζέντας. από την αντιπολίτευση, απαιτεί αλλαγή προσώπων. Εφόσον η Νέα Δημοκρατία επιθυμεί να στρέψει τους προβολείς στην κυβέρνηση, επιχειρώντας δομική αντιπολίτευση, τότε είναι αναγκασμένη να αντικαταστήσει τους εκφραστές των θέσεών της. Σε διαφορετική περίπτωση ρισκάρει τη μετατροπή κάθε τηλεοπτικού πάνελ, όπου θα συμμετέχουν εμπλεκόμενοι στις εν λόγω υποθέσεις, σε οιονεί εξεταστική επιτροπή, καθιστώντας ελεγχόμενη την αντιπολίτευση, ανεξαρτήτως θέματος επικαιρότητας.
Όπερ σημαίνει, ότι για να μπορέσει η αντιπολίτευση να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, να παίξει τον θεσμικό και εθνικό της ρόλο στο Σκοπιανό, τις ελληνοαλβανικές και τις ελληνοτουρικές σχέσεις, καθώς και επί της κυλιόμενης πολιτικής ατζέντας, θα πρέπει να μετασχηματίσει το προφίλ αντικαθιστώντας και τους κύριους εκπροσώπους της. Αντιστοίχως, για την κυβέρνηση, οι επιβεβλημένες από την επικαιρότητα αλλαγές καλύφθηκαν από τον ανασχηματισμό, παρέχοντας το πλεονέκτημα της “επισκευής εν λειτουργία”, ενώ ανακτάται εν μέρει και το “ηθικό πλεονέκτημα” λόγω του εύρους των αλλαγών και της αιτίας που τις προκάλεσε, εν συγκρίσει -πάντα- με τους χειρισμούς της Νέας Δημοκρατίας.
Ξεπερνώντας το πρώτο σοκ και την κάλυψη που παρείχε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στους φερόμενους ως εμπλεκόμενους στο σκάνδαλο Novartis, τώρα είναι αναγκασμένος να προβεί σε ανασχεδιασμό της αντιπολιτευτικής στρατηγικής αναθέτοντας σε άφθαρτα πρόσωπα την αντιπροσώπευση στα media και εκπονώντας ένα νέο αφήγημα με στόχο τον έλεγχο της κυβέρνησης και αποφεύγοντας την αντιπαράθεση σε επίπεδο αρχών και υποθέσεων.
Ενώ η αντιπολίτευση διατηρεί καθαρό προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις, η ηγεσία της δεν έχει ακόμα δεν έχει οικοδομήσει άρτιες σχέσεις με συμμάχους και εταίρους, ενώ καλείται να αποδείξει τις προθέσεις της επί των θεμάτων ανά χείρας, τα οποία αν και είναι πρωτίστως εθνικά βρίσκονται πολύ ψηλά στην πολιτική και διπλωματική ατζέντα τόσο της ΕΕ όσο και του NATO και η σύμπλευση της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας αποτελεί άτυπο μεν, κριτήριο δε, για την εδραίωση και εμπέδωση σχέσεων εμπιστοσύνης.
Με την πόλωση όμως που έχει επιτευχθεί στον χώρο των media τα μέσα ενημέρωσης βρίσκονται σε αμηχανία, καθώς εδραιωμένες συμμαχίες και πολιτικές τίθενται τώρα στη βάσανο της αποτελεσματικότητας και κρίνονται με βάση το επιδιωκόμενο -παραταξιακά- αποτέλεσμα.
Το εγχείρημα αυτό καθιστά έτι δυσκολότερο η ταχεία εναλλαγή της επικαιρότητας, την οποία καθορίζει είτε επιθετικά, είτε παθητικά η κυβέρνηση, με την αντιπολίτευση να υπολείπεται και τα media να παρακολουθούν αμήχανα τις καταιγιστικές εξελίξεις αδυνατώντας να ελέγξουν τόσο τη θεματολογία όσο και τον ρυθμό.
Η κυβερνητική ατζέντα
Η κυβέρνηση από την πλευρά της, κινείται με αιχμή του δόρατος την οικονομία, ανακυκλώνοντας στην επικαιρότητα ζητήματα από την προσδοκώμενη καθαρή έξοδο, μέχρι την προσέλκυση επενδύσεων και το υπό διαμόρφωση νέο πρόγραμμα, το οποίο θα είναι made in Greece και αναμένεται να παρουσιαστεί στα τέλη του τρέχοντος μήνα, ή στις αρχές Απριλίου. Παράλληλα και η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους αναμένεται να επανέλθει άμεσα στην επικαιρότητα.
Παράλληλα όμως, ωριμάζει το Σκοπιανό τόσο σε πολιτικο-διπλωματικό επίπεδο όσο και σε κοινωνικό, ενώ οι πιέσεις των εταίρων στην κατεύθυνση της άμεσης επίλυσης γίνονται πλέον αντιληπτές σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα και ορατές από τα media.
Σε τροχιά έχουν τεθεί και οι ελληνοαλβανικές σχέσεις, όπου η κυβέρνηση προωθεί λύση πακέτο για το σύνολο των ανοιχτών διαφορών, με την αλβανική πολιτική ηγεσία να προσέρχεται εκόντες-άκοντες στη διαπραγμάτευση με απώτερο στόχο την πραγμάτωση της Ευρωπαϊκής προοπτικής.
Τελευταίο, όχι όμως ήσσονος σημασία είναι το κεφάλαιο των ελληνορουρκικών σχέσεων οι οποίες βρίσκονται σε ιστορικά κρίσιμο σημείο, καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν επιδιώκει τη διεθνή νομιμοποίησή του, ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2019.
Σε αυτόν τον κυκεώνα μειζόνων θεμάτων τα σκάνδαλα, σε πολιτικό επίπεδο, αποτελούν για την κυβέρνηση παρωνυχίδες αλλά και μοχλό πίεσης προς την αντιπολίτευση. Επικοινωνιακά, τα σκάνδαλα μπορούν, κατά περιόδους και ανάλογα με την περίσταση να χρησιμοποιούνται για την αλλαγή της ατζέντας και την προστασία των χειρισμών.