Η επιτυχία του συλλαλητηρίου της Θεσσαλονίκης για το ονοματολογικό της πΓΔΜ είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς συγκέντρωσε περισσότερο κόσμο απ όσο ανέμεναν και οι πλέον αισιόδοξοι, αναβαθμίζοντας, αξιακά, τον παράγοντα του πολιτικού κόστους στην εξίσωση της λύσης, καθιστώντας, παράλληλα, σαφές ότι το πολιτικό σύστημα θα αναγκαστεί να κινηθεί στη βάση συνεννόησης, ενώ η συναίνεση ίσως αποδειχθεί αναγκαία, για λόγους που δεν είναι εμφανείς σε αυτή τη φάση.
Ιστορικά, η διπλωματία των συλλαλητηρίων, οσάκις έχει δοκιμαστεί έχει αποτύχει, καθώς το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να τα εκμεταλλευτεί και υποτάσσεται σε αυτά, με μόνη -ίσως- διαφορά την ψήφιση του τελευταίου Μνημονίου, όπου η πίεση εταίρων και συμμάχων οδήγησε σε πολιτική συναίνεση η οποία υπερέβη τη λαϊκή αγανάκτηση.
Διαβάστε εδώ όλες τις εξελίξεις στο Σκοπιανό
Αν και η παρούσα κατάσταση έχει πολλές ομοιότητες με εκείνη των Μνημονίων, έχει και ουσιαστικές διαφορές, καθώς το DNA του πολιτικού συστήματος έχει εμπλουτιστεί με τις πρόσφατες εμπειρίες, ενώ υπάρχει ακόμα αρκετός χρόνος, ο οποίος νομοτελειακά φθείρει κινήματα και αποδυναμώνει κοινωνικούς αυτοματισμούς, ενώ προσφέρει ικανά περιθώρια διαχείρισης των αντιδράσεων.
Διαβάστε επίσης: Πως και γιατί μειώνεται το ρίσκο στην Ελλάδα
Το γεωπολιτικό πόκερ στην περιοχή βρίσκεται σε σημείο καμπής, ενώ η ταύτιση NATO και ΕΕ οδηγεί αναπόφευκτα σε αλληλεπικάλυψη ζητημάτων, έστω κι αυτή δεν είναι πρόδηλη ή δεν αναγνωρίζεται. Επίσης οι πολιτικές δυνάμεις καλούνται να τοποθετηθούν απέναντι στο επαναδιατυπωμένο δίλημμα “Δύση VS Ρωσίας”. Συνεπώς, τα Βαλκάνια, για ακόμη μια φορά στην ιστορία τους, θα αποτελέσουν το “σκληρό σύνορο” της Ευρωατλαντικής Συμμαχίας με τη Ρωσία και των συμμάχων της.
Η άνοδος της ακροδεξιάς σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και τα συνεπακόλουθα προβλήματα στη λειτουργία της ΕΕ είναι ενδεικτικές των προβλημάτων που εγείρονται στα σημεία ενδιαφέροντος της Ρωσίας, προμηνύοντας ένα ιδιαίτερα ταραχώδες εξάμηνο, για την Ελλάδα την πΓΔΜ και τα δυτικά Βαλκάνια.
Το πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό καλούνται -πλέον- να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων σταθμίζοντας αφενός το πολιτικό κόστος και αφετέρου τις επιπτώσεις της μη-λύσης του προβλήματος.
Όπως έχει επισημάνει, εγκαίρως, το Crisis Monitor, το Σκοπιανό μπορεί να αναδειχθεί σε παράγοντα-σκανδάλη πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα, αφενός γιατί το δέλεαρ της πολιτικής εκμετάλλευσης της χαοτικής κοινωνικής αντίδρασης είναι μεγάλο, αλλά και επειδή τα διακομματικά χαρακτηριστικά της, μπορούν να οδηγήσουν σε πολιτικές ανακατατάξεις και ανατροπές εντός των υφιστάμενων πολιτικών σχηματισμών, ακόμα και σε δημιουργία νέων.
Ως εκ τούτου, το πολιτικό ρίσκο ενισχύεται και οι δυνάμεις που προωθούν το σενάριο της λύσης καλούνται να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες για τη διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας, η οποία συνδέεται άμεσα με την κοινωνική συνοχή.
Το βασικό μήνυμα, που εξέπεμψε το πλήθος παραμένει θολό, καθώς ουδείς γνωρίζει το πραγματικό διακύβευμα, ενώ και δυναμική του είναι επίσης αμφισβητούμενη καθώς δεν είχε πολιτική αλλά α-πολίτικη βάση, προσομοιάζοντας σε μεγάλο βαθμό στους αγανακτισμένους της πλατείας Συντάγματος.
Η μεγάλη συγκέντρωση κόσμου και η συμπόρευση όλων των βουλευτών ΝΔ, ΑΝΕΛ του νομού Μακεδονίας καθώς και της Εύας Καϊλή, με τους χρυσαυγίτες και τους κάθε λογής “ψεκασμένους” καταδεικνύουν τη δυναμική του, ωστόσο αυτό αποτελεί ακριβώς και το βασικό πρόβλημα, καθώς ο υπερκομματικός χαρακτήρας του συλλαλητηρίου το καθιστά ευάλωτο προοδευτικά, καθώς οι παράγοντες κομματική ταυτότητα και πολιτικές συμμαχίες θα βαρύνουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Διπλωματικά, η κυβέρνηση καλείται να εκμεταλλευτεί την αντίδραση στην κατεύθυνση επίτευξης μιας βιώσιμης αλλά αποδεκτής λύσης καθώς και στην επίτευξη αντισταθμιστικών ωφελημάτων που θα μπορέσουν, έστω και έμμεσα, να παίξουν ρόλο στην κοινωνία και στην αίσθηση ανάκτησης εθνικής κυριαρχίας, η οποία απωλέσθηκε λόγω των Μνημονίων.
Σε επίπεδο τακτικής, η Ρωσία, που είναι ο βασικός παίκτης που αντιδρά στην είσοδο της πΓΔΜ στο NATO, ενεργοποιείται -συνήθως- μέσω της ακροδεξιάς τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες της ΕΕ. Η Μόσχα φαίνεται να έπαιξε το πρώτο της χαρτί, μετρώντας τις δυνάμεις της και “ξυπνώντας” τις εν υπνώσει επαφές στης στα media. Παράλληλα, νέα φιλορωσικά sites έχουν ξεπηδήσει το τελευταίο χρονικό διάστημα, καθώς το Κρεμλίνο διαμορφώνει τον επιθετικό του βραχίονα.
Μέχρι στιγμής ωστόσο, η Ρωσία μετρά ήττες στην μάχη για τον έλεγχο τόσο των δυτικών Βαλκανίων όσο και της πΓΔΜ, καθώς:
- έχασε το Μαυροβούνιο, όπου κατηγορείται για απόπειρα δολοφονίας του πρώην πρωθυπουργού,
- χάνει τη Βοσνία-Ερζογοβίνη, που επίσης εντάσσεται στο NATO και κινείται προς την ΕΕ
- αντιμετωπίζει προβλήματα στη Σερβία, η οποία κινείται προς την ΕΕ
- χάνει έδαφος σε Βουλγαρία και Ρουμανία, όπου ακόμα και οι φίλα προσκείμενοι πολιτικοί σχηματισμοί δεν αμφισβητούν συμμαχίες και ΕΕ
- Ενώ τέλος στην πΓΔΜ, δεν κατάφερε να εκτροχιάσει την κυβερνητική αλλαγή και την άνοδο του Ζόραν Ζάεφ, με τις επαφές ακόμα και σε εκκλησιαστικό επίπεδο να αποδυναμώνονται και την Ευρώπη σε συνεργασία με το NATO να απομονώνουν την παλαιά φρουρά και να πλαγιοκοπούν την αντιπολίτευση.
Τέλος οι επιθετικές κινήσεις της Μόσχας στα Βαλκάνια, υποσκάπτουν την προοπτική της ενεργειακής συνεργασίας με την ΕΕ, η οποία αν και έχει βελτιωθεί παραμένει, εν τούτοις, ιδιαίτερα ρευστή.