Σε διαδικασία αξιολόγησης του νέου πολιτικού και κοινωνικού τοπίου βρίσκονται, την επόμενη ημέρα της ψήφισης του πολυνομοσχεδίου, κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Η πολιτική σταθερότητα ωστόσο παραμένει ζητούμενο, και προϋπόθεση για τη δυνατότητα εκκίνησης νέου γύρου διεργασιών, τόσο στο εσωτερικό των κομμάτων όσο και στην κοινωνία.
Ο χρονικός ορίζοντας των ζυμώσεων αυτών προσδιορίζεται ενδεικτικά όχι όμως δεσμευτικά από το χρόνο ωρίμανσης του Σκοπιανού και την ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης, ζητήματα που θα έχουν κλείσει μέχρι το τέλος του καλοκαιριού.
Σημειολογικά, η κυβέρνηση κατέγραψε μια νίκη στη σκιαμαχία με την αντιπολίτευση, ενισχύοντας και την πλειοψηφία της, η οποία όμως, καμία επίδραση δεν έχει στην κοινωνία. Ωστόσο, τα τελευταία δημοσκοπικά ευρήματα δείχνουν σαφή βελτίωση της κοινωνικής εικόνας της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία οφείλεται, κυρίως, στα έκτακτα μέτρα κοινωνικής πολιτικής και δευτερευόντως στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος.
Στην κυβέρνηση γνωρίζουν ότι το οικονομικό ημερολόγιο πλέον είναι ευνοϊκό, καθώς επίκειται η αναβάθμιση της χώρας από οίκους αξιολόγησης, η έξοδος στις αγορές και η συζήτηση για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Μόνο “αγκάθι” στην προσεχή περίοδο θα είναι οι τράπεζες, θέμα όμως που η αντιπολίτευση δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί πολιτικά, καθώς το διακύβευμα είναι μεγάλο.
Η αντιπολίτευση φαίνεται να έχει παγιδευτεί στην κυβερνητική ατζέντα, αδυνατώντας να επιβάλλει ρυθμό, να ελέγξει το ύφος και να θέσει τον τόνο της αντιπαράθεσης, ενώ ταλανίζεται από εσωτερικά παιχνίδια και έριδες που αποδυναμώνουν και υποσκάπτουν το ηγετικό προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η συνοχή της Νέας Δημοκρατίας, η ανασύνταξη του κεντρώου χώρου και η συνεννόηση του πολιτικού συστήματος είναι παράγοντες που απαιτούνται για τη διατήρηση της χώρας σε τροχιά εξόδου από την κρίση και αποτελούν προαπαιτούμενο για την επιτυχή άσκηση κυβερνητικής πολιτικής σε μείζονα και εθνικής σημασίας ζητήματα, καθώς θα συμβάλλουν καθοριστικά στην οργανωμένη και συντεταγμένη έκφραση της κοινωνίας, αποτρέποντας την άνοδο ακραίων και εθνικιστικών μορφωμάτων που επωφελούνται από τέτοιες καταστάσεις και καραδοκούν.
Παρ’ όλα αυτά, η πολιτική σταθερότητα δεν είναι διασφαλισμένη, καθώς η ανάδειξη των εθνικών θεμάτων, με κυρίαρχο το ονοματολογικό της πΓΔΜ, φέρνει πολυεπίπεδες και αντίρροπες πιέσεις, ικανές να αποσταθεροποιήσουν τόσο την κυβερνητική πλειοψηφία όσο και την αξιωματική αντιπολίτευση. Σε θέματα υψηλής κοινωνικής ευαισθησίας, που συνεπάγονται αυξημένο πολιτικό κόστος και ενέχουν κίνδυνο αναταραχών, η ανάληψη πρωτοβουλιών από την κυβερνητική πλειοψηφία δεν επαρκεί, ενώ η εμπλοκή εταίρων της ΕΕ και συμμάχων του NATO, καθιστά την εξίσωση απαιτητική και πολιτικά επικίνδυνη.
Ο πρωθυπουργός έχει κατ επανάληψη τοποθετήσει χρονικά τη διενέργεια εκλογών εντός του 2019, θέτοντας ως ορίζοντα το τέλος της τετραετίας, χθες όμως στη Βουλή, αν και κατηγόρησε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης για άστοχες προβλέψεις και εκλογολογία, απέφυγε να επαναλάβει ότι δεν θα γίνουν εκλογές το 2018.
Η στάση αυτή αποτελεί μήνυμα τόσο προς το πολιτικό προσωπικό της χώρας, όσο και προς τους εταίρους και συμμάχους, καθώς η ανάδειξη του Σκοπιανού φέρνει αναταράξεις σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Αν και η συναίνεση των κομμάτων δεν είναι ούτε προαπαιτούμενη, ούτε αναγκαία, η πολιτική συνεννόηση θα αποτελέσει “διαβατήριο” για την πρόσβαση του πολιτικού προσωπικού στα διεθνή φόρα.
Η επίλυση του ονοματολογικού της πΓΔΜ δεν είναι μόνο ελληνική προτεραιότητα, αλλά πρωτίστως Νατοϊκή, καθώς εντάσσεται στην ευρύτερη αντιπαράθεση της συμμαχίας με τη Ρωσία για τη διαμόρφωση σφαιρών επιρροής στα Βαλκάνια. Παράλληλα όμως εντείνονται οι διεργασίες και στο αλβανικό μέτωπο, καθώς τα Τίρανα έλαβαν πρόσκληση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, προαπαιτούμενο για την οποία είναι η επίλυση των διμερών ζητημάτων με την Ελλάδα, κατεύθυνση προς την οποία γίνονται βήματα.
Η επίλυση όμως χρονιζόντων εθνικών θεμάτων απαιτεί πολιτική σταθερότητα και κοινωνική ευμάρεια, συνθήκες που δεν έχουν ακόμη αποκατασταθεί στην Ελλάδα, καθώς μετά από 10 χρόνια κρίσης, η κοινωνική δυσαρέσκεια αποτελεί μείζονα παράγοντα πολιτικής αστάθειας. Συνεπώς η διαμόρφωση ενός πολιτικού σκηνικού ικανού να προωθήσει λύσεις σε εθνικά θέματα είναι μια ιδιαίτερα σύνθετη υπόθεση.
Σενάρια πολιτικών εξελίξεων
Με το μέτωπο της αξιολόγησης κλειστό, την πολιτική κυριαρχία διασφαλισμένη και αρκετό χρόνο για διεργασίες, το σενάριο των διορθωτικών ενεργειών με στόχο την ενίσχυση της συνοχής και αντιμετώπισης προβλημάτων κερδίζουν έδαφος. Με αφορμή την παραίτηση Ζουράρι, τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και στην κυβέρνηση ενισχύονται οι φωνές που ζητούν την εκμετάλλευση της ευκαιρίας, ωστόσο τα ρίσκα ενός ανασχηματισμού, ακόμα και “διορθωτικού” είναι αυξημένα, ιδιαίτερα σε αυτή τη φάση.
Με σειρά μειζόνων ζητημάτων ανοιχτά, από τα εθνικά θέματα και το μεταναστευτικό, μέχρι την οικονομική και κοινωνική πολιτική, αλλαγές στην κορυφή της πυραμίδας της εκτελεστικής εξουσίας θα μπορούσαν να έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα και να δημιουργήσουν καθυστερήσεις, αρρυθμίες και τριβές.
Επιπλέον, ένας ανασχηματισμός θα δημιουργούσε ενδεχομένως σοβαρά προσκόμματα στο κυβερνητικό έργο, καθώς είναι βέβαιο πως θα πυροδοτούσε πολιτικές ζυμώσεις στο εσωτερικό των κυβερνητικών κομμάτων και αλλαγές σε επίπεδο οργανισμών, κατά τα ειωθότα μίας τέτοιας πολιτικής κίνησης, σε μια χρονική περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για σειρά ζητημάτων.
Το Crisis Monitor ανέλυσε διεξοδικά τις επιλογές και τις ενδεχόμενες επιπλοκές που θα μπορούσαν να έχουν τα σενάρια ανασχηματισμού, καθώς και τα μηνύματα που αυτά θα έστελναν στο εσωτερικό και διεθνώς.