Με την οικονομία να εδραιώνει αναπτυξιακή δυναμική, τις σχέσεις κυβέρνησης εταίρων και θεσμών να είναι σταθερά βελτιούμενες και τις διεργασίες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο να απαιτούν πολιτική σταθερότητα, τα περιθώρια αναταράξεων στην Ελλάδα, λόγω οικονομικών αρρυθμιών, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, είναι περιορισμένα. Δεν ισχύει το ίδιο όμως για τα εθνικά θέματα, τα οποία ανεβαίνουν στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας και στην επικαιρότητα, καθώς η αντιπαράθεση NATO-Ρωσίας οδηγεί σε επίσπευση διαδικασιών ένταξης των γειτονικών χωρών στον Ευρωατλαντικό άξονα, ενώ οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή δίνουν νέα δυναμική στις σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ με την Τουρκία.
Το σκηνικό είναι αρκούντως πολυπαραγοντικό και εξ ορισμού ευμετάβλητο, με τη Ρωσία να εισέρχεται σε έτος εκλογών, τον Ντόναλντ Τραμπ να αποκτά πλέον τα ηνία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και να επιβάλλει ρυθμό, ενώ παρακάμπτει μηχανισμούς και προσεγγίζει τον Βλάντιμιρ Πούτιν, η κατάσταση περιπλέκεται έτι περαιτέρω. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το αμερικανικό think tank Council on Foreign Relations, όπως και το ευρωπαϊκό Carnegie προβλέπουν εντάσεις στα Βαλκάνια και απευθύνουν έκκληση για ολοκληρωμένες και “αεροστεγείς” πολιτικές που θα καλύψουν το έλλειμμα εμπιστοσύνης και θα θέσουν τις βάσεις για μια νέα σχέση μεταξύ του NATO και της ΕΕ και των δύο τους με την πλέον ταλανισμένη γειτονιά στης Ευρώπης.
Κεντρικός παράγοντας για τη σταθεροποίηση της περιοχής είναι η Ελλάδα, οι σχέσεις της οποίας με Αλβανία, πΓΔΜ, Κόσοβο, Σερβία και Τουρκία αποτελούν κλειδί για την ενταξιακή πορεία των χωρών αυτών σε NATO και Ευρωπαϊκή Ένωση. Για να μπορέσει όμως η Ελλάδα να παίξει το ρόλο της, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ταχεία αναδιάταξη του σκηνικού στην περιοχή, χρειάζεται πολιτική σταθερότητα, η οποία βασίζεται εν μέρει στη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών, εξαρτάται όμως και από τη δυνατότητα του συνόλου του πολιτικού συστήματος να κινηθεί συντεταγμένα στα μείζονα ζητήματα του ονοματολογικού της πΓΔΜ, της Αλβανίας, των σχέσεων με την Τουρκία.
Στόχος είναι να διασφαλιστεί ανάδειξη της Ελλάδας σε πόλο σταθερότητας στην περιοχή, γεγονός που θα αποτρέψει υψηλού ρίσκου επεμβάσεις ξένων δυνάμεων με τη χρήση εργαλείων όπως η προπαγάνδα μέσω των Media και η πολιτική αποσταθεροποίηση.
Crash test για τη Νέα Δημοκρατία η ένταξη της πΓΔΜ στο NATO
Με δεδομένη τη συμπαγή κυβερνητική πλειοψηφία, τη δεδηλωμένη διάθεση του ΣΥΡΙΖΑ για άμεση λύση στον ονοματολογικό της πΓΔΜ, όπως αυτή έχει εκφραστεί από τον υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Κοτζιά, την πρόθεση για ενεργό συμβολή στην εξομάλυνση σχέσεων Τουρκίας-ΕΕ, όπως φάνηκε από την πρόσκληση και την επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα αλλά και την προώθηση των ενταξιακών διαδικασιών στην Αλβανία, το μπαλάκι για τη διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας περνάει στη Νέα Δημοκρατία.
Το ονοματολογικό της πΓΔΜ αναδεικνύεται, όπως όλα δείχνουν, σε μείζον γεωπολιτικό θέμα για το 2018, επηρεάζοντας τις σχέσεις της Ελλάδας με τους Ευρωπαίους εταίρους, τις ΗΠΑ και το NATO. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καλείται να περάσει με επιτυχία το προ-κυβερνητικό τεστ συμβάλλοντας στην ολοκλήρωση των διαδικασιών ένταξης της πΓΔΜ στο NATO και την επανέναρξη της διαδικασίας προσέγγισης με την ΕΕ. Από την σκοπιά των εταίρων της Ελλάδας, η επιτυχής διευθέτηση του κρίσιμου μετώπου ανάγεται σε crash test εμπιστοσύνης, τόσο με την κυβέρνηση όσο και με την αντιπολίτευση, ενώ μπορεί να αποτελέσει και ευκαιρία για αναβάθμιση του ρόλου της χώρας στην ευρύτερη περιοχή.
Ωστόσο, για τη Νέα Δημοκρατία η κατάσταση είναι αρκετά πιο περίπλοκη απ όσο φαίνεται, καθώς -όπως φάνηκε στο συνέδριο- τόσο ο Αντώνης Σαμαράς, όσο και ο Κώστας Καραμανλής διατηρούν έλεγχο επί της βάσης του κόμματος, ενώ η πρωτοβουλία του Κυριάκου Μητσοτάκη να “κόψει” από την κεντρική σκηνή τη Ντόρα Μπακογιάννη αποδυναμώνει τη θέση των μετριοπαθών και τους διαύλους επικοινωνίας με τις ευρωατλαντικές δομές.
Υπ αυτό το πρίσμα, οι εταίροι της Ελλάδας φαίνεται να εκφράζουν πρόδηλα τις ανησυχίες τους, καθώς ο Αντώνης Σαμαράς είναι αυτός που μπλόκαρε την αναγνώριση της πΓΔΜ, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ρίχνοντας την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ο Κώστας Καραμανλής είναι αυτός που διέκοψε τη νέα προσπάθεια ένταξης της πΓΔΜ στο NATO το 2008, οδηγώντας τη γειτονική χώρα στην αγκαλιά της Ρωσίας.
Το σκηνικό περιπλέκεται από τις εν υπνώσει σχέσεις της Ρωσίας με το ελληνικό μιντιακό σύστημα καθώς και από τις ενδεχομένως ad hoc συνεργασίες, καθώς νεόκοποι εκδότες φαίνεται να αναζητούν απεγνωσμένα εξωτερικές στηρίξεις, σε βαθμό που κάτι τέτοιο μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνο ακόμα και μοιραίο, αν συνδυαστεί με αποσταθεροποιητικές τάσεις στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας.