Σκηνικό υψηλών τόνων, πολεμικής ρητορικής, πόλωσης και αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης φαίνεται ότι προσπαθεί να διαμορφώσει και να συντηρήσει ο Ντόναλντ Τραμπ, στοχοποιώντας τη Βόρεια Κορέα. Παράλληλα, τα ευρήματα της έρευνας για τις σχέσεις του επιτελείου και του στενού του κύκλου με το Κρεμλίνο εντείνουν τον προβληματισμό, επιδεινώνουν τις σχέσεις του με το Κογκρέσο και σε συνδυασμό με την αποτυχία προώθησης της πολιτικής του ατζέντας οδηγούν τη δημοτικότητά του σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχοντας υποστεί βαριά πλήγματα στον εσωτερικό δακτύλιο του Λευκού Οίκου από συγκρούσεις, αποχωρήσεις, διαρροές, σκληρές πολιτικές ήττες με το Obamacare και τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας και με την πρόδηλη αδυναμία αποτελεσματικού συντονισμού, προσπαθεί να κερδίσει πολιτικό χρόνο και χώρο. Πιεζόμενος από τα media, τις έρευνες του FBI και της Γερουσίας και σε ένδεια πολιτικού αφηγήματος ο Ντόναλντ Τραμπ αναζητά πλέον έναν αξιόπιστο εχθρό τον οποίο θα χρησιμοποιήσει προσπαθώντας να ενώσει τη βαθιά διχασμένη αμερικανική κοινωνία, επενδύοντας κατ ουσία σε εξωτερικό φόβο ώστε να επιβάλλει την πολιτική του κυριαρχία.
Διαβάστε εδώ όλες τις εξελίξεις στις σχέσεις ΗΠΑ-Βορείου Κορέας
Οι μέχρι τώρα κινήσεις του μπορεί να έχουν επιτύχει υψηλής αξίας επικοινωνιακά αποτελέσματα ανατρέποντας την ατζέντα των media και της πολιτικής πραγματικότητας της Ουάσιγκτον και προωθώντας τη συγκρουσιακή του πολιτική, ωστόσο έχει και αυτό υψηλό κόστος για τον ίδιο και τις ΗΠΑ. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ντόναλντ Τραμπ πραγματοποιεί «πειρατεία» στην ατζέντα του υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον, καίγοντας στρατηγικούς σχεδιασμούς και υποσκάπτοντας τη φωνή των ΗΠΑ στο εξωτερικό, ενώ παράλληλα προκαλεί σύγχυση για τις θέσεις και τη στρατηγική των ΗΠΑ αποκαλύπτοντας μάχη εξουσίας στην Ουάσιγκτον, γεγονός που αποδυναμώνει περαιτέρω και προοδευτικά την αξιοπιστία και τη διαπραγματευτική ισχύ των ΗΠΑ.
Διαβάστε επίσης: Εδώ ο κόσμος καίγεται και οι αγορές σε virtual reality. Ποιός πληρώνει το κρυμμένο ρίσκο
Μπορεί σε αυτή τη φάση ο Ντόναλντ Τραμπ να εκμεταλλεύεται στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό την αντιπαράθεση που ο ίδιος προκαλεί με τη Βόρειο Κορέα, ωστόσο ο αντίκτυπος είναι διεθνής και καθώς οι κεντρικές τράπεζες απομακρύνονται από την υπερ-χαλαρή νομισματική πολιτική το διαρκώς αυξανόμενο πολιτικό και γεωπολιτικό ρίσκο θα αρχίσει να αποτυπώνεται στις αγορές προκαλώντας αναταράξεις και υποσκάπτοντας πολιτικές σταθεροποίησης που έχουν εφαρμοστεί.
Σε πολιτικό επίπεδο, οι υψηλοί τόνοι και η βίαιη αλλαγή πολιτικής ατζέντας γεννούν αντιδράσεις, η εκδήλωση των οποίων θα είναι ένας ακόμη παράγοντας αβεβαιότητας και πολιτικού ρίσκου που πλήττει και τον Ντόναλντ Τραμπ. Παράλληλα η ένταση της αντιπαράθεσης ΗΠΑ-Κορέας, όπως αυτή προσδιορίζεται μονομερώς από τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ, είναι ενδεικτική της εσωτερικής πίεσης που αντιμετωπίζει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, γεγονός που ενισχύει τον προβληματισμό για τις προοπτικές του προέδρου και για τη δυνατότητα του να επιβιώσει πολιτικά αλλά και για το ενδεχόμενο κόστος που θα είχε η διάσωσή του.
Στο ίδιο πλαίσιο η «πειρατεία» της ατζέντας και η δημόσια απαξίωση του Ρεξ Τίλερσον από τον Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει μόνο επίδραση στην αξιοπιστία του υπουργού Εξωτερικών και στη δυνατότητα του να παράσχει τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις εκπροσωπώντας τις ΗΠΑ σε διεθνές επίπεδο, έχει και στην αξιοπιστία της χώρας απέναντι σε εταίρους, συμμάχους και εχθρούς. Παράλληλα όμως αποκαλύπτει και τον αυταρχικά και πλήρως ασυνάρτητο και ασύδοτο τρόπο διοίκησης του προέδρου των ΗΠΑ, καθιστώντας ακόμη δυσκολότερη την επιλογή συνεργατών υψηλού επιπέδου για κρίσιμα πόστα, που να χαίρουν διεθνούς αποδοχής.
Σε γεωστρατηγικό επίπεδο η πολιτική που ακολουθεί ο Ντόναλντ Τραμπ στο εσωτερικό έχει ευθύ και άμεσο αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα των ΗΠΑ διεθνώς, ενώ η ανακολουθία και η αμφισβήτηση εδραιωμένων δομών χωρίς σχέδιο και υπό την πίεση μιας θολής και ασύμβατης πολιτικής ατζέντας, δημιουργεί ανάγκη αλλαγής της δομής διεθνών συμμαχιών και συγκρότησης ομάδων επιρροής και πολιτικής από τις οποίες οι ΗΠΑ θα αποκλείονται, γεγονός που αποδυναμώνει το διεθνή ρόλο τους. Τέτοιου επιπέδου και εύρος γεωπολιτικές ανακατατάξεις γεννούν ρίσκο και ενισχύουν τις πιθανότητες εκδήλωσης θερμών επεισοδίων καθώς περιορίζονται ενδεχόμενες επιπτώσεις, όπως στην περίπτωση του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν.