Σε αναγκαστική εκτροπή προς τον «τρίτο δρόμο» φαίνεται ότι οδηγείται η ελληνική κυβέρνηση τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά καθώς ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και το συνεπακόλουθο πολιτικό κόστος θεωρείται ότι θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε αλλαγή πολιτικών συσχετισμών.
Διαβάστε επίσης: Ετοιμο το draft της συμφωνίας
Αν και ο «τρίτος δρόμος» πολιτικά αποτελεί ένα κράμα Σοσιαλδημοκρατίας και Φιλελευθέρων και συντηρητικών εθνικών στοιχείων στη συγκεκριμένη κατάσταση φαίνεται να σχηματίζεται από αριστερές και κεντροαριστερές δυνάμεις με έμφαση στον πολιτικό ρεαλισμό και την υποβάθμιση του ιδεολογικού στοιχείου.
Αν και σε πρώτη ανάγνωση αυτά φαίνονται δυσνόητα, η κατάσταση γίνεται ευκολότερα κατανοητή στο πολιτικό σκηνικό.
Διαβάστε επίσης: Πως ΔΝΤ και Bundestag τίναξαν το σχέδιο Σόιμπλε για την Ελλάδα στον αέρα
Οι τριγμοί που προκαλούνται στην κυβέρνηση από την αναγκαστική αποδοχή μέτρων που εισηγείται το ΔΝΤ ώστε να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να μην συγκρουστεί με τον πυρήνα της ΕΕ για μια –υπό τα δεδομένα αδύνατη μείωση χρέους-, αναμένεται να δημιουργήσουν ρήγμα στο κυβερνητικό κράμα.
Διαβάστε επίσης: Το ΔΝΤ θέλει πλεόνασμα 1% και μείωση χρέους
Υπ αυτό το πρίσμα η πολιτική συζήτηση θα επικεντρωθεί στην πλήρωση του ρήγματος που σηματοδοτεί ντε φάκτο αλλαγή του κράματος. Σε κάθε περίπτωση η προοπτική πολιτικών ανακατατάξεων τόσο εντός του ΣΥΡΙΖΑ όσο και στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό φαίνεται ότι έχει κλειδώσει.
Αν εξεταστούν κάτω από το ίδιο πρίσμα και οι κινήσεις κυβερνητικών στελεχών με Ευρωπαίους αξιωματούχους, όπως η συνάντηση Κατρούγκαλου με τον επικεφαλής της Ευρωομάδας των Σοσιαλδημοκρατών, Τζιάνι ΠΙτέλα, τότε γίνεται αντιληπτό ότι οι διεργασίες αλλαγής πολιτικού σκηνικού είναι παράλληλες με την αξιολόγηση.
Η δυνατότητα και το εύρος μεταβολής των πολιτικών συσχετισμών στο πλαίσιο της διατήρησης της πολιτικής σταθερότητας και κυβερνησιμότητας της Ελλάδας είναι μια παράμετρος την οποία λαμβάνει υπόψη του στην ανακοίνωσή του και το εκτελεστικό συμβούλιο του ΔΝΤ.
Σε αυτό το πλαίσιο ζητά μεν επώδυνες μεταρρυθμίσεις σε ασφαλιστικό και φορολογικό, αντιτείνει ωστόσο τη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου για κοινωνικές παροχές –όπως η 13η σύνταξη- αλλά και φοροαπαλλαγές.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για την οικονομική διατύπωση του «τρίτου δρόμου», καθώς οδηγεί σε μια ελεγχόμενη πολιτική έκρηξη που θα πυροδοτήσει νέο κύκλο πολιτικών ανακατατάξεων.