Την απειλή τέταρτου προγράμματος για την Ελλάδα υπό τον ESM, εάν αποχωρήσει το ΔΝΤ επανέφερε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με συνέντευξή του στη Wall Street Journal. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών στέλνοντας μηνύματα σε πολλαπλούς αποδέκτες ξεκαθάρισε ότι μια τέτοια απόφαση θα άνοιγε νέο κύκλο διαπραγαμτεύσεων, προεγκρίσεων και επιβεβαιώσεων από εθνικά κοινοβούλια, με ότι αυτό συνεπάγεται σε χρόνους και κεφάλαια.
Αν και από πολλούς οι δηλώσεις Σόιμπλε ερμηνεύονται ως νέα δεδομένα που πιθανότατα να αλλάξουν το σκηνικό της διαπραγμάτευσης, στην πραγματικότητα στοχεύουν στη ιατήρηση του status quo και στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με τις δηλώσεις του επιχειρεί να προσδιορίσει τα ρίσκα ενδεχόμενης ανατροπής του υφιστάμενου προγράμματος με την αποχώρηση του ΔΝΤ, με στόχο να επιταχυνθούν οι εξελίξεις και να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση.
Όπως επισημαίνουν στο Crisis Monitor διπλωματικές πηγές πρόκειται για τη “σκληρή αγάπη” του Γερμανού υπουργού Οικονομικών ο οποίος θέλει να κλείσει το ελληνικό ζήτημα χωρίς επιπλέον κόστη αλλά με συμβιβασμούς.
Ωστόσο το ερώτημα που εγείρεται πλέον είναι αν και κατά πόσο μπορεί η ελληνική κυβέρνηση θα συμβιβαστεί σε μια λύση που περιλαμβάνει κόφτες και μέτρα για μετά το 2018 και σε ποιό βαθμό μπορεί να υποχωρήσει το ΔΝΤ ή ακόμα και ο ESM.
Με τη διαπραγμάτευση σε κομβικό σημείο και τις επερχόμενες εκλογές στη Γερμανία να πιέζουν πολιτικά, οι Χριστιανοδημοκράτες της Άνγκελα Μέρκελ προσπαθούν να κλείσουν μέτωπα, το πράττουν όμως προσπαθώντας να αποδείξουν ότι δεν υποχωρούν.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε στη Wall Street Journal ότι “Εάν η Ελλάδα δεν καταλήξει σε μια επιτυχημένη β΄ αξιολόγηση (για τα μέτρα που πρέπει η Ελλάδα να εκπληρώσει με βάση το πρόγραμμα στήριξής της) και εάν το ΔΝΤ αποφασίσει να αποχωρήσει μετά από αυτό, τότε το τρέχον πρόγραμμα θα είναι παρωχημένο”.
«Το πρόγραμμα συμφωνήθηκε με την προσδοκία ότι θα συμμετείχε το ΔΝΤ» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Όπως τόνισε ο Γερμανός υπουργός, «εάν το πρόγραμμα καταστεί παρωχημένο, θα έχουμε μια κατάσταση όπου θα χρειαστεί να βρούμε κάτι καινούργιο. Δεν θα το συνιστούσα αυτό στην ελληνική κυβέρνηση. Αλλά θα ήμουν εξαιρετικά χαλαρός».
«Η γερμανική Βουλή πρώτα θα πρέπει να συζητήσει και να συμφωνήσει εάν εγκρίνει ή όχι τη διαπραγμάτευση ενός νέου προγράμματος» τόνισε χαρακτηριστικά.